Δεκεμβριανά 1944, μια άλλη ματιά σε μια πρόσφατη ιστορία

 




Τα Δεκεμβριανά: μια μάχη που ακόμη μας αφορά

Γιατί να γυρίσει κανείς το βλέμμα του σε μια μάχη που έγινε πριν από ογδόντα χρόνια; Γιατί να ξαναδιαβάσουμε τον Δεκέμβριο του 1944, όταν η Αθήνα βρέθηκε στο κέντρο μιας σύγκρουσης που ακόμη και σήμερα μας απασχολεί; Τα Δεκεμβριανά –η ένοπλη σύγκρουση ανάμεσα στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και στις βρετανικές δυνάμεις με την ελληνική κυβέρνηση– δεν ήταν απλώς μια τοπική αναμέτρηση. Ήταν το σημείο όπου τελείωνε ο πόλεμος και άρχιζε ο μεταπολεμικός κόσμος.


Ήταν μια από τις σπάνιες περιπτώσεις όπου σύμμαχοι του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στράφηκαν ο ένας εναντίον του άλλου. Και ήταν ταυτόχρονα μια λαϊκή εξέγερση που ξεκίνησε από τις πιο φτωχές γειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά. Άνθρωποι που είχαν χάσει τα πάντα στη διάρκεια της Κατοχής, πρόσφυγες, εργάτες, νέοι και νέες, βγήκαν στους δρόμους με την πεποίθηση πως παλεύουν για μια πιο δίκαιη, δημοκρατική Ελλάδα. Απέναντί τους, μια βρετανική στρατιωτική μηχανή που ενεργούσε σαν να προστατεύει αποικία, και οι εγχώριες συντηρητικές δυνάμεις που επιδίωκαν να εξασφαλίσουν την επιστροφή στη «παλιά τάξη».

Για να κατανοήσουμε το Δεκέμβρη του ’44, πρέπει να επιστρέψουμε λίγο πίσω. Η Ελλάδα της Κατοχής δεν ήταν μια απλή κατεχόμενη χώρα. Ήταν μια κοινωνία που ισοπεδώθηκε: οικονομικά, πολιτικά, ηθικά. Ο λιμός του 1941-42 σκότωσε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους στα μεγάλα αστικά κέντρα. Οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας και της Θράκης, ήδη εγκαταλελειμμένοι στο περιθώριο, βρέθηκαν στο επίκεντρο της ανθρωπιστικής καταστροφής. Η μεσαία τάξη κατέρρευσε από τον πληθωρισμό. Όσοι συνεργάστηκαν με τους κατακτητές πλούτισαν. Όσοι αντιστάθηκαν, πλήρωσαν.

Και η αντίσταση στην Ελλάδα πήρε διαστάσεις που δεν συναντήθηκαν αλλού στην κατεχόμενη Ευρώπη. Το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ έγιναν μαζικά κινήματα, πολιτικά και στρατιωτικά. Έδωσαν φωνή σε κοινωνικά στρώματα που δεν είχαν ποτέ εκπροσωπηθεί: πρόσφυγες, γυναίκες, νεολαία. Όταν ήρθε η απελευθέρωση, το φθινόπωρο του 1944, όλα έδειχναν πως το ΕΑΜ θα διαδραμάτιζε πρωταγωνιστικό ρόλο στη μεταπολεμική πολιτική ζωή.

Αλλά η Ελλάδα δεν ήταν μόνη της. Βρισκόταν σε μια περιοχή που για τους Βρετανούς ήταν κρίσιμη. Η ανατολική Μεσόγειος, οι θαλάσσιες οδοί, τα συμφέροντα των εταιρειών τους, ο φόβος για σοβιετική κάθοδο στη Μεσόγειο: όλα αυτά πυκνώνουν στο παρασκήνιο. Η Ελλάδα είχε ήδη συμφωνηθεί –με τη σύμφωνη γνώμη της Σοβιετικής Ένωσης– ότι θα αποτελέσει βρετανική σφαίρα επιρροής.

Όταν συγκροτήθηκε η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας τον Σεπτέμβριο του 1944, με συμμετοχή του ΕΑΜ, η χώρα έμοιαζε έτοιμη να βαδίσει προς τις κάλπες. Να λύσει τις διαφορές της πολιτικά. Αλλά το ζήτημα του στρατού στάθηκε καθοριστικό. Ποιος θα κρατούσε τα όπλα στη μεταπολεμική Ελλάδα; Πόσοι άνδρες του ΕΛΑΣ θα εντάσσονταν στον νέο εθνικό στρατό;

Πριν δοθούν απαντήσεις, παρενέβη ο στρατηγός Σκόμπυ, επικεφαλής των βρετανικών δυνάμεων. Στις 1 Δεκεμβρίου διέταξε μονομερώς τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ. Για το ΕΑΜ, αυτό ισοδυναμούσε με πολιτική αυτοκτονία. Οι υπουργοί του παραιτήθηκαν, κάλεσαν σε συλλαλητήριο. Και στις 3 Δεκεμβρίου, η πλατεία Συντάγματος βάφτηκε με αίμα. Αστυνομικοί πυροβόλησαν στο πλήθος. Δεκατρείς νεκροί. Δεκάδες τραυματίες.

Ακόμη κι έτσι, μέχρι την τελευταία στιγμή, υπήρχε χώρος για συμβιβασμό. Ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν έτοιμος να παραιτηθεί. Ο Θεμιστοκλής Σοφούλης να αναλάβει. Το ΕΑΜ συμφωνούσε, οι Βρετανοί απεσταλμένοι το ίδιο. Μόνο ένας διαφώνησε: ο Ουίνστον Τσώρτσιλ. Η παραίτηση Παπανδρέου δεν έγινε δεκτή. Η πόρτα έκλεισε. Και άρχισε η ένοπλη σύγκρουση.

Η Αθήνα μετατράπηκε σε πεδίο μάχης. Από τις 4 Δεκεμβρίου μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου του 1945, η πόλη γνώρισε εικόνες πρωτόγνωρες: βρετανικά άρματα να κινούνται στα σοκάκια, αεροπλάνα να βομβαρδίζουν συνοικίες, ελεύθερους σκοπευτές στις ταράτσες, αντάρτες να οχυρώνονται μέσα σε σπίτια και εργοστάσια. Η μάχη στη Χωροφυλακή Μακρυγιάννη, οι συγκρούσεις στο Κολωνάκι, οι οδομαχίες που άλλαζαν χέρια από δρόμο σε δρόμο.

Ίσως ο πιο παράδοξος παράγοντας της σύγκρουσης ήταν η τραγική αλληλεξάρτηση. Το ΕΑΜ γνώριζε ότι ο λαός, μετά από τέσσερα χρόνια Κατοχής, δεν μπορούσε να επιβιώσει χωρίς ξένη ανθρωπιστική βοήθεια – βοήθεια που έλεγχαν οι Βρετανοί. Αυτό περιόρισε την πολεμική του στρατηγική. Προσπάθησε, μέχρι τέλους, να οδηγήσει τα πράγματα πίσω στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Αλλά η ιστορία είχε πάρει άλλο δρόμο.

Σήμερα, ο Δεκέμβρης του ’44 μάς αφορά όχι γιατί προσφέρει εύκολες απαντήσεις, αλλά γιατί μας θυμίζει πόσο γρήγορα μπορούν να ανατραπούν τα πάντα σε μια κοινωνία που βγαίνει από μια μεγάλη κρίση. Πόσο εύκολα η μοίρα μιας χώρας καθορίζεται από ξένες επιδιώξεις. Πώς η ελπίδα και η απόγνωση μπορούν να συναντηθούν στους ίδιους δρόμους.

Μας υπενθυμίζει, πάνω απ’ όλα, ότι η δημοκρατία, η ανεξαρτησία και η κοινωνική δικαιοσύνη δεν είναι δεδομένα. Και ότι η Ιστορία, ακόμη κι όταν μοιάζει μακρινή, δεν σταματά να μας μιλά.

Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Τζιαμπάσης

Πηγή: Εποχή, Βήμα, Τα Νέα

Post a Comment

Νεότερη Παλαιότερη