Συνέχεια από το (Μέρος Α')
2.1 Ταυτότητες των τριών κοινωνικών αντιπάλων
Για την ιστορική στιγμή της σύγκρουσης θα χρησιμοποιήσουμε το τριαδικό μοντέλο των διαδικασιών κοινωνικής επιρροής των ενεργών μειονοτήτων (βλ. παρακάτω σχήμα), που προτείνουν οι Παπαστάμου και Μιούνυ (1983), θα ορίσουμε τους τρεις κοινωνικούς αντιπάλους και τις μεταξύ τους σχέσεις, το διακύβευμα της σύγκρουσης και τη συμπεριφορά των εξεγερθέντων. Μέσα στο κοινωνικό πεδίο που μελετάμε, θεωρούμε τους εξεγερθέντες ως ενεργή μειονότητα, τον ελληνικό λαό (πληθυσμό) ως τον στόχο της κοινωνικής επιρροής και τη στρατιωτική δικτατορία ως την εξουσία. Η προσέγγιση των τριών κοινωνικών αντιπάλων, οι κοινωνικές σχέσεις που εγκαθιδρύονται μεταξύ τους, η πρόκληση της σύγκρουσης και οι τρόποι συμπεριφοράς της μειονότητας είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για τον ορισμό μιας ενεργής μειονότητας. Σκοπός των ενεργών μειονοτήτων είναι να ασκήσουν κοινωνική επιρροή, να διαδώσουν μια καινοτομία για να επέλθει η κοινωνική αλλαγή.

Από την ανάγνωση του παραπάνω σχήματος παρατηρούμε ότι οι τρεις πρωταγωνιστές απεικονίζονται στον πληθυντικό. Αυτό συμβαίνει διότι η ταυτότητα του κάθε εμπλεκόμενου κοινωνικού αντιπάλου δεν είναι ομοιόμορφη και συνεκτική στο εσωτερικό της, όπως θα δούμε εντός ολίγου.
α) Μειονότητα: οι φοιτητές/τριες που κλείστηκαν στους χώρους του Πολυτεχνείου ήταν οργανωμένοι σε διάφορες πολιτικές παρατάξεις, οι οποίες συχνά αλληλοσυγκρούονταν:
1. Οι φοιτητές/τριες του ΚΚΕ, οι οποίοι ήταν οργανωμένοι στις ακόλουθες υπο-ομάδες:
- ομάδα στρατευμένων φοιτητών που είχαν απολυθεί την προηγούμενη των γεγονότων,
- νεολαία του ΚΚΕ,
- ομάδα συνδικαλιστών του Πανεπιστημίου, κυρίως της Νομικής,
- Γραφείο ΚΝΕ του Πολυτεχνείου.
2. Οι φοιτητές/τριες του ΚΚΕ εσωτερικού.
3. Οι φοιτητές/τριες του ΠΑΚ.
4. Οι φοιτητές/τριες του ΕΚΚΕ.
5. Οι φοιτητές/τριες της ΟΜΛΕ.
6. Οι φοιτητές/τριες της ΟΣΕ.
7. Η «μάζα» των φοιτητών/τριών που δεν εκπροσωπούνταν από την ιδεολογία των πιο πάνω κομμάτων ή οργανώσεων (φοιτητές της αριστεράς, της δεξιάς, του κέντρου ή αναρχικοί).
Να αναφέρουμε ότι υπήρχαν δύο κύριες τάσεις που διακρίνονται στη διαδικασία συγκρότησης της ενεργής μειονότητας του Πολυτεχνείου, και κυρίως την πρώτη ημέρα. Πρόκειται για τη διγνωμία μεταξύ των φοιτητών: «ορισμένοι λέγαν να φύγουμε, ορισμένοι να κάτσουμε». Την πρώτη τάση συγκροτούσαν το ΚΚΕ (Αντι-ΕΦΕΕ),το ΚΚΕ εσ. (Ρήγας Φεραίος) και το ΠΑΚ, ενώ τη δεύτερη την αποτελούσαν το ΕΚΚΕ, η ΟΜΛΕ, η ΟΣΕ και η «μάζα» των φοιτητών/τριών. Ωστόσο, την Τετάρτη το βράδυ όλες οι φοιτητικές παρατάξεις ένωσαν τις δυνάμεις τους στον κοινό αντιδικτατορικό τους αγώνα.
β) Η εξουσία επίσης δεν ήταν ομοιογενής. Σύμφωνα με τον Κοριζή (1975), το αυταρχικό καθεστώς μπορεί να διαιρεθεί σε τέσσερις φάσεις, η καθεμία από τις οποίες διακρίνεται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της και από τη διαφορετική ποιότητα της εξουσίας. Ως πρώτη φάση ορίζεται η περίοδος από την 21η Απριλίου 1967 μέχρι την 13η Δεκεμβρίου 1967, και χαρακτηρίζεται από τη συνύπαρξη του βασιλιά Κωνσταντίνου και του Παπαδόπουλου στην εξουσία. Ο ρόλος του πρώτου είναι περιορισμένος και ανεκτικός, ενώ του δεύτερου δεν είναι ακόμα απόλυτα κυρίαρχος. Η δεύτερη φάση αρχίζει μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του βασιλιά στις 13 Δεκεμβρίου του 1967, και ολοκληρώνεται την 1η Ιουνίου 1973 και το κίνημα του Ναυτικού. Η βασιλική οικογένεια αναχωρεί για το εξωτερικό και η βασιλική εξουσία ασκείται από τον Γ. Ζωιτάκη. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος επιβάλλεται και εδραιώνεται.

Η τρίτη φάση, από την 1η Ιουνίου 1973 μέχρι την 25η Νοεμβρίου 1973, χαρακτηρίζεται από το πείραμα φιλελευθεροποίησης Παπαδόπουλου – Μαρκεζίνη. Καταργείται η βασιλεία με συντακτική πράξη, συγκροτείται πολιτική κυβέρνηση Μαρκεζίνη με σκοπό τη διεξαγωγή ελεύθερων βουλευτικών εκλογών, τέλος, αίρεται ο στρατιωτικός νόμος και υπάρχει μια σχετική χαλάρωση. Τον Αύγουστο ο Παπαδόπουλος (αυτο-)αναγορεύεται Πρόεδρος της δημοκρατίας. Η τέταρτη φάση αρχίζει με το αντιπραξικόπημα του Ιωαννίδη στις 25 Νοεμβρίου 1973 και τελειώνει με την τραγική τουρκική εισβολή στην Κύπρο και τη συνακόλουθη πτώση του στρατιωτικού καθεστώτος στις 23 Ιουλίου 1974. Ο Παπαδόπουλος καθαιρέθηκε και τη θέση του πήρε ο Ιωαννίδης, επαναφέροντας την τρομοκρατία και την καταπίεση στην πιο οξεία τους μορφή.
Ο Κακαουνάκης (1976) συγκέντρωσε τα ονόματα 169 αξιωματικών που κινήθηκαν τη νύχτα της 21ης Απριλίου και τους ενέταξε σε 14 ομάδες με διαφοροποιημένα συμφέροντα (π.χ. Παπαδόπουλου, Μακαρέζου, Παττακού, Λαδά, Λέκκα και βέβαια του Ιωαννίδη, ο οποίος έκανε και το αντιπραξικόπημα στις 25 Νοεμβρίου 1973).

γ) Όσο για τον πληθυσμό, που παραπέμπει στον γενικό όρο «ελληνικός λαός», αυτός είναι ένα σύνθετο κοινωνικό πλέγμα που συγκροτείται από πολλές υπο-ομάδες με ιδεολογικές, κοινωνικο-οικονομικές, πολιτικές ή άλλες ιδιαιτερότητες. Το θεωρητικό τριαδικό μοντέλο που χρησιμοποιούμε για την προσέγγιση των συγκρουσιακών σχέσεων των αντιπάλων είναι αποτέλεσμα δυτικών δημοκρατικών κοινωνιών και η έννοια της εξουσίας αντανακλά το αποτέλεσμα εκλογικής αναμέτρησης με τη συμμετοχή του πληθυσμού. Σε αυτή την περίπτωση, ο πληθυσμός διατηρεί λίγο ή πολύ ισχυρούς ενωτικούς ή αντιθετικούς δεσμούς με την εξουσία, πράγμα που καθορίζει την ευαισθησία του -αποδοχή ή απόρριψη- στις προτεινόμενες εναλλακτικές λύσεις των μειονοτήτων. Στην περίπτωση του στρατιωτικού πραξικοπήματος και της επιβολής της εξουσίας δια της βίας, η πλειοψηφία του ελληνικού πληθυσμού δεν συμμεριζόταν τους κοινωνικο- πολιτικούς κανόνες που επέβαλε η στρατιωτική δικτατορία. Βέβαια, υπήρξε μια ομάδα ατόμων (αγνοούμε το ποσοστό λόγω απουσίας μελετών) που συναίνεσε στο καθεστώς της στρατιωτικής δικτατορίας. Οι λόγοι που αναφέρονται είναι η οικονομική ανάπτυξη της περιόδου ’67-’69, τα δάνεια που χάρισε ο Παπαδόπουλος στους αγρότες, η μειωμένη ανεργία κ.α. Τέλος, να αναφέρουμε ότι οι ηγέτες των πολιτικών κομμάτων που ασκούσαν την εξουσία μέχρι τον Απρίλιο του 1967, με την επιβολή του στρατιωτικού καθεστώτος, μετατρέπονται σε πληθυσμό και υφίστανται με τη σειρά τους τη στρατιωτική εξουσία.
2.2 Το διακύβευμα της σύγκρουσης
Τα συνθήματα που ακούστηκαν στη διάρκεια της εξέγερσης ταξινομούνται σε επτά κατηγορίες:
Ενάντια στο πολιτικό καθεστώς
Φοιτητικά
Οικονομικά
Εξωτερική εξάρτηση
Συμβολικά
Διακωμώδησης
Κάλεσμα του ελληνικού λαού
Με βάση τα συνθήματα που ακούστηκαν καθόλη τη διάρκεια της εξέγερσης μπορούμε να αποκρυπτογραφήσουμε το αντικείμενο σύγκρουσης και την εναλλακτική πρόταση της ενεργής μειονότητας, θεωρούμενη ως απάντηση στην πρόταση της στρατιωτικής δικτατορίας. Η πρόταση της στρατιωτικής δικτατορίας ήταν η άρνηση της δημοκρατίας και της ελευθερίας, η βία και η καταπίεση, τέλος, η αποδοχή της εξάρτησης από τις ΗΠΑ.
Η αντιπρόταση των εξεγερθέντων επικεντρωνόταν στην Ελευθερία, τη Δημοκρατία και την Εθνική Ανεξαρτησία, που θα διασφαλίζονταν με την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος. Για την αποκατάσταση αυτών των αξιών καλούσαν τον ελληνικό λαό να τους συμπαρασταθεί και να εκφράσει έμπρακτα τα αντιδικτατορικά του αισθήματα, να μετουσιώσει την αρνητική του στάση σε συμπεριφορά.

2.3 Συμπεριφορά των εξεγερθέντων
Το να υποστηρίζει μια ενεργής μειονότητα διαφορετικούς κανόνες από αυτούς που η εξουσία προσπαθεί να διαδώσει, στην προκειμένη περίπτωση να επιβάλει, δεν αρκεί από μόνο του ώστε να καταστεί κοινωνικά ορατή. Έχει σημασία και ο τρόπος με τον οποίο υποστηρίζει αυτούς τους διαφορετικούς κανόνες (Moscovici, 1979). Εδώ θα συζητήσουμε για τη συμπεριφορά των εξεγερθέντων στη διάρκεια της κοινωνικής σύγκρουσης.
Οι εξεγερθέντες αρνήθηκαν το στρατιωτικό καθεστώς. Δεν υπέμεναν τις πιέσεις που ασκούσε και το προκάλεσαν. Αντί να αποφύγουν τη σύγκρουση, την προκάλεσαν και, μάλιστα, ώρα με την ώρα την ενδυνάμωσαν. Σκοπός τους ήταν να αλλάξουν την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα. Η επιλογή τους ήταν συνεκτική και σταθερή. Σε οκόκληρη τη διάρκεια της κατάληψης του Πολυτεχνείου αντιμετώπισαν το στρατιωτικό καθεστώς δίχως να λυγίσουν. Αυτή η επιλογή δεν καθορίστηκε από προσωπικά συμφέροντα. Ήταν ανεξάρτητη και κοινωνικά σημαντική. Έδειχναν αποφασισμένοι να φτάσουν μέχρι το τέλος και έτοιμοι να υποστούν όλες τις συνέπειες, διότι ο σκοπός τους ήταν σημαντικός και οι ίδιοι ήταν στενά προσηλωμένοι σ’ αυτόν. Ας δούμε όμως τους συγκεκριμένους τρόπους συμπεριφοράς που υιοθέτησαν οι φοιτητές/τριες.
Σταθερότητα
Η διαχρονική σταθερότητα δείχνει τη βεβαιότητα και τη σιγουριά που είχαν για την σπουδαιότητα και ορθότητα των θέσεων τους, όπως επίσης και την άρνηση οποιουδήποτε συμβιβασμού με το στρατιωτικό καθεστώς. Ο σταθερός τρόπος συμπεριφοράς που υιοθέτησαν ενέτεινε τη σύγκρουση και όξυνε τις αντιθέσεις. Έθετε ξεκάθαρα το αξιακό σύστημα της στρατιωτικής δικτατορίας υπό αμφισβήτηση και αντανακλούσε την επιθυμία των φοιτητών/τριών να εγκαταστήσουν ένα νέο αξιακό σύστημα. Σε όλη τη διάρκεια της σύγκρουσης είχαν απορρίψει τη διαπραγμάτευση με το στρατιωτικό καθεστώς και δήλωναν δυναμικά τη διαφωνία τους.
Αυτονομία
Οι απόψεις και η δράση της ενεργής μειονότητας δεν ξεκινούσαν από προσωπικά κίνητρα. Ήταν ανεξάρτητες των υποκειμενικών συμφερόντων καθώς και των εξωτερικών παραγόντων. Τα άτομα που συμμετείχαν στο Πολυτεχνείο προέρχονταν απ’ όλες τις πολιτικές παρατάξεις ή ήταν ανένταχτοι. Δεν υπήρχε κάποιο πολιτικό συμφέρον πίσω από τη μειονοτική πράξη. Γι’ αυτό και οι φοιτητές/τριες καλούσαν όλους τους ηγέτες των παλαιών πολιτικών κομμάτων να αναλάβουν την καθοδήγηση. Δεν διεκδικούσαν την εξουσία για τον εαυτό τους. Τα συνθήματα που χρησιμοποίησαν και οι λόγοι που ακούστηκαν δεν περιορίζονταν στα φοιτητικά προβλήματα, αλλά αφορούσαν ολόκληρο τον ελληνικό λαό. Η επιλογή τους έδειχνε αντικειμενικότητα και αυτονομία.

Ακαμψία
Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπιζαν οι φοιτητές/τριες το στρατιωτικό καθεστώς ήταν άκαμπτος και ανυποχώρητος, γεγονός που δήλωνε την αποφασιστικότητα και τη διάθεσή τους να μην κάνουν συμβιβασμούς ή παραχωρήσεις και την επιθυμία τους να επιβάλουν τη δική τους εναλλακτική πρόταση. Οι φοιτητές/τριες εξάλειψαν ο,τιδήποτε συμβόλιζε το στρατιωτικό καθεστώς μέσα στους χώρους του Πολυτεχνείου. Έκαψαν τις σημαίες με το σύμβολο της 21ης Απριλίου και κατέστρεψαν τις φωτογραφίες του Παπαδόπουλου. Ήταν και αυτός ένας τρόπος με τον οποίο διακωμωδούσαν το στρατιωτικό καθεστώς και δήλωναν την άρνηση και το μίσος που έτρεφαν γι’ αυτό.
Αμεροληψία, Ισότητα και Ευλυγισία
Η άκαμπτη απόρριψη του στρατιωτικού καθεστώτος απέκλειε οποιαδήποτε πιθανότητα διαπραγμάτευσης της σύγκρουσης μ’ αυτό. Η συμπεριφορά των εξεγερθέντων ήταν αμερόληπτη και διακατέχονταν από μια ευθύτητα και ισότητα όταν απευθύνονταν στον ελληνικό λαό. Ενώ υιοθέτησαν έναν άκαμπτο τρόπο συμπεριφοράς απέναντι στο στρατιωτικό καθεστώς, η συμπεριφορά τους έναντι του ελληνικού λαού, τον οποίο ήθελαν να επηρεάσουν, ήταν ευλύγιστη. Δε συμπεριφέρθηκαν με τρόπο δογματικό, αντίθετα διαπραγματεύτηκαν τη σύγκρουση που προκαλούσαν τα «εξτρεμιστικά» συνθήματα1 και τον καλούσαν να λάβει ενεργά μέρος στον αγώνα και να συμμετέχει σ’ ένα κοινό πρόγραμμα για την ανατροπή της δικτατορίας.
Αφοσίωση και θυσία
Οι φοιτητές βγήκαν από τη σιωπή. Σ’ ένα περιβάλλον, όπου τά πάντα ελέγχονταν, συμπεριφέρθηκαν ως ελεύθεροι πολίτες, δημιουργώντας μια κοινωνικο-πολιτική ανισορροπία. Εναντιώθηκαν ανοιχτά στο στρατιωτικό καθεστώς και αφιερώθηκαν σ’ αυτή τους την επιλογή, σε τέτοιο βαθμό ώστε να προβούν σε θυσίες. Τη δύναμη την αντλούσαν από τη μεγάλη αξία που είχε γι’ αυτούς τους ίδιους η πράξη τους. Από τα τελευταία μηνύματα που έστελναν μέσω του ραδιοφωνικού σταθμού φαίνεται καθαρά ότι στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και αψήφησαν ακόμη και το θάνατο.
«Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ Πολυτεχνείο! Είμαστε άοπλοι, είμαστε άοπλοι… Το λέμε και το τονίζουμε, είμαστε άοπλοι, και θα πολεμήσουμε με προτεταμένα τα στήθη μας, όταν επιτεθούν… Ήδη τα τανκς κυκλοφορούν στην Αθήνα. Κυκλοφορούν στην Αθήνα τα τεθωρακισμένα για να μας επιτεθούν…»
«… Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ Πολυτεχνείο. Έλληνες, τα τανκς αυτή τη στιγμή έχουν στραφεί με τις μπούκες των κανονιών τους προς το Πολυτεχνείο. Οι φοιτητές έχουν ξεκουμπώσει τα πουκάμισά τους και δείχνουν τα στήθη τους, το μόνο όπλο που έχουν μπροστά στα τανκς…»
«Έλληνες, ακόμη το Πολυτεχνείο είναι ελεύθερο και αγωνιζόμαστε. Τα στήθη μας είναι στραμμένα μπροστά στην πύλη του Πολυτεχνείου…».

2.4 Σχέσεις μεταξύ των κοινωνικών αντιπάλων
Εξουσίας – πληθυσμού
Οι σχέσεις, που εγκαθιδρύθηκαν μεταξύ στρατιωτικής δικτατορίας και ελληνικού λαού, είναι σχέσεις ανταγωνισμού, από τη μια, και κοινωνικής επιρροής, από την άλλη. Ο ελληνικός λαός, στην πλειοψηφία του, δεν είχε αποδεχτεί το στρατιωτικό καθεστώς. Υφίστατο την επικυριαρχία της εξουσίας, αλλά δεν αποδεχόταν τους κοινωνικούς κανόνες που διέδιδε η Χούντα. Επομένως, η εξουσία ασκείτο μόνο μέσα από τη φυσική βία, και οι σχέσεις μεταξύ εξουσίας – πληθυσμού εντάσσονταν στις διαδικασίες αμφισβήτησης του τελευταίου προς την πρώτη, η οποία όμως δεν κατάφερε, πέραν ορισμένων περιπτώσεων, να προσλάβει διαστάσεις συλλογικής ενεργής αντίστασης. Το στρατιωτικό καθεστώς, όμως, δεν μπορούσε να επιβιώσει δίχως κάποιο λαϊκό έρεισμα, με αποτέλεσμα να αναγκάστεί να «φιλελευθεροποιήσει» την πολιτική του. Με άλλα λόγια, η αρνητική στάση του ελληνικού λαού απέναντι στο καθεστώς, επηρέασε αυτό το τελευταίο, το οποίο, βλέποντας τον κίνδυνο να παραμονεύει, υποχρεώθηκε να ακολουθήσει μια πιο «φιλελεύθερη» πολιτική, η οποία, με τη σειρά της, σκοπό είχε να επηρεάσει τον λαό και να του αποσπάσει τη συναίνεση. Τα μέτρα «φιλελευθεροποίησης» των Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη αποσκοπούσαν στην αλλαγή της κοινωνικής και πολιτικής στάσης του ελληνικού λαού, που θα κατοχύρωναν τη νομιμοποίηση της στρατιωτικής δικτατορίας και άρα και την επιβίωση και συνέχειά της.
Εξουσίας – μειονότητας
Μεταξύ της εξουσίας και της μειονότητας οι σχέσεις είναι ανταγωνιστικές. Από τη μια, η μειονότητα ήρθε σε ολική ρήξη με την εξουσία, χωρίς να διαπραγματευτεί τη διαχρονική και συγχρονική σταθερότητα2 συμπεριφοράς απέναντί της, και δήλωσε έμπρακτα την απόφασή της να νικήσει ή να νικηθεί. Από την άλλη, η στρατιωτική δικτατορία προσπάθησε από την αρχή να συγκαλύψει το κύρος της μειονότητας, ψυχολογιοποιώντας3 τη συγκρουσιακή σχέση. Ο Παπαδόπουλος ερμήνευε την τελευταία ως αναρχική εκδήλωση μιας «οργανωμένης μειοψηφίας», μιας «μηδενιστικής μειοψηφίας», και κήρυττε τον στρατιωτικό νόμο προκειμένου να την υποτάξει. Η παραμόρφωση της σύγκρουσης, η οποία πρόκυπτε από την ανταγωνιστική σχέση εξεγερθέντων – στρατιωτικού καθεστώτος, και η αναγωγή της σε μια ψυχολογιοποιημένη ερμηνεία της ενεργής μειονότητας και της πράξης της, ήταν η μόνη στρατηγική αντίστασης που μπορούσε να ακολουθήσει η εξουσία για να παρεμποδίσει την επιρροή της μειονότητας και την πολιτική αλλαγή στην οποία αυτή προσέβλεπε.
Τα αποτελέσματα που πέτυχε η εξουσία, σε μια πρώτη φάση και προτού κάνει χρήση των τεθωρακισμένων, ήταν τα αντίθετα από εκείνα που επιθυμούσε. Οι εξεγερθέντες, αισθανόμενοι το πεδίο των ελευθεριών τους να περιορίζεται, επέμεναν περισσότερο στην επιλογή τους και δήλωναν την επιθυμία τους να μη συμβιβαστούν, να μην υποχωρήσουν, να μην κάνουν καμία παραχώρηση. Οι στρατηγικές αντίστασης στην επιρροή της μειονοτικής πράξης, που χρησιμοποιούσε η χούντα, είχαν ως αποτέλεσμα την πρόκληση μιας κατάστασης ψυχολογικής αναδραστικότητας4 στους εξεγερθέντες, που εκφραζόταν με την όξυνση της σύγκρουσης, την επιμονή τους και την εμμονή στην επιλογή τους μέχρι σημείου αυτοθυσίας. Όσο περισσότερο η χούντα προσπαθούσε να αμαυρώσει τη δράση των εξεγερθέντων, άλλο τόσο εκείνοι εξέφραζαν την αντίθεσή τους απέναντί της. Ο Παπαδόπουλος, όταν είδε τη συρροή του κόσμου στους χώρους του Πολυτεχνείου και το ανυποχώρητο των εξεγερθέντων, διέταξε να εισβάλουν τα άρματα μάχης. Ήταν ο μόνος τρόπος για να διαλύσει τον κόσμο και να εμποδίσει την επέκταση της μειονοτικής συμπεριφοράς.
Μειονότητας – πληθυσμού
Η ενεργής μειονότητα χρειάστηκε να πείσει τον πληθυσμό, να τον κάνει να εκδηλώσει την αρνητική του στάση στο στρατιωτικό καθεστώς. Αναγκάστηκε να διαπραγματευτεί, εν μέρει, το περιεχόμενο του μειονοτικού της μηνύματος, να το προσαρμόσει στις προσδοκίες του πληθυσμού που στόχευε να επηρεάσει. Αυτό φαίνεται από το ότι τις δύο πρώτες μέρες οι πολίτες δεν ανταποκρίθηκαν συλλογικά στις προσκλήσεις.
Σε πρώτο στάδιο, ο πληθυσμός αμφιταλαντεύτηκε να απαντήσει στα κελεύσματα των φοιτητών. Στον βαθμό, όμως, που με την πάροδο του χρόνου αναγνώριζε τη φωνή του και την επιθυμία του μέσα από τα συνθήματα και τις εκπομπές του ραδιοφωνικού σταθμού, ή/και αυτό που ο ίδιος επιθυμούσε να κάνει, μέσα από την ανοιχτή πρόκληση και όξυνση της σύγκρουσης, ξεπέρασε τις αμφιβολίες του και άρχισε να συμμετέχει στον αντιδικτατορικό αγώνα.
Οι φοιτητές, με την ανοιχτή αντιδικτατορική τους συμπεριφορά, αποτέλεσαν το παράδειγμα και λειτούργησαν απελευθερωτικά. Την τρίτη ημέρα της εξέγερσης, την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου, ο αριθμός των ατόμων που συγκεντρώθηκε εντός και πέριξ του Πολυτεχνείου ήταν απρόσμενα μεγάλος. Η συρροή όμως αυτή του κόσμου ανακόπηκε από την επέμβαση του στρατού.

2.5 Το τέλος της σύγκρουσης
Παρόλο το κλίμα «φιλελευθεροποίησης», που υπήρχε με το πείραμα Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη, ήταν επικίνδυνο κάποιος ν’ αντισταθεί στο δικτατορικό καθεστώς. Να μιλήσει για απαγορευμένα πράγματα, που όλοι έβλεπαν, αλλά κανείς δεν τολμούσε να συζητήσει ανοιχτά. Οι εξεγερθέντες του Πολυτεχνείου τόλμησαν να δηλώσουν έμπρακτα την αρνητική τους στάση έναντι της Χούντας, τόλμησαν ν’ αναφερθούν στην «απαγορευμένη αλήθεια», να φωνάξουν, όπως ο μικρός του παραμυθιού μέσα από το πλήθος, ότι «ο βασιλιάς είναι γυμνός». Η δράση της μειονότητας κατέστη σαφώς επικίνδυνη για το δικτατορικό καθεστώς και το υποχρέωνε να μην την αγνοήσει. Η στρατηγική της εξουσίας ήταν να αμαυρώσει τη μειονοτική σύγκρουση, παραμορφώνοντας τη δράση, τον λόγο και τη συμπεριφορά των εξεγερθέντων ώστε να ελέγξει την εμβέλεια της επιρροής τους.
Στις 2.45, τα ξημερώματα του Σαββάτου, ταγματάρχης των ΛΟΚ έδωσε διαταγή στους φοιτητές να εκκενώσουν σε δέκα λεπτά το Πολυτεχνείο. Ο ραδιοφωνικός σταθμός, όμως, των φοιτητών συνέχιζε να εκπέμπει:
«Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ Πολυτεχνείο! Σας μιλά ο ραδιοφωνικός σταθμός των ελεύθερων αγωνιζομένων φοιτητών, των ελευθέρων αγωνιζομένων Ελλήνων. Οι στρατιώτες είναι αδέλφια μας. Το λέμε αυτό άλλη μια φορά, οι στρατιώτες είναι αδέλφια μας. Ο στρατός είναι μαζί μας. Δεν θα επιτεθεί εναντίον μας. Δεν θα χυθεί αίμα ελληνικό…».
Οι εξεγερθέντες δεν πίστεψαν ότι οι συνταγματάρχες θα έκαναν χρήση των αρμάτων, και συνέχιζαν τον αντιδικτατορικό τους αγώνα. Η εξουσία όμως ήταν αδίστακτη, γιατί αισθάνθηκε να κλονίζεται. Μετά την προθεσμία των δέκα λεπτών, το άρμα όρμισε στην κεντρική σιδερένια πύλη του Πολυτεχνείου. Πολλοί αστυνομικοί και άντρες των ΛΟΚ εισέβαλαν εμτός αυτού και άρχισαν να συγκρούονται με τους φοιτητές.

Σύμφωνα με τον Moscovici (1979), η ενεργής μειονότητα, από τη στιγμή εκπληρώνει το σκοπό της και επηρεάζει τον πληθυσμό, μεταμορφώνεται σε κυρίαρχη, πλειονοτική ομάδα. Οι εξεγερθέντες, βέβαια, ηττήθηκαν και ο στρατιωτικός νόμος επιβλήθηκε εκ νέου το πρωί του Σαββάτου 17 Νοεμβρίου 1973. Η πτώση της στρατιωτικής δικτατορίας και η αποκατάσταση της δημοκρατίας στις 23 Ιουλίου 1974, δεν ήταν το αποτέλεσμα άμεσης επίθεσης κάποιας κοινωνικής ή πολιτικής δύναμης, αλλά του «αιφνιδιασμού» και του «πανικού» που προκλήθηκε «στους περισσότερους παράγοντες» της χούντας, όταν η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο και κατέλαβε το βόρειο τμήμα της (Χαραλάμπης, 1985, σ. 336, Γρηγοριάδης, 1975β, σ. 221). Το στρατιωτικό καθεστώς ανατράπηκε από το βάρος της εθνικής καταστροφής που η ίδια προκάλεσε μέσω του αψυχολόγητου στρατιωτικού πραξικοπήματος σε βάρος του νομίμως εκλεγέντος Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Αρχιεπισκόπου Μακαρίου (15 Ιουλίου 1974). Με την αποκατάσταση της δημοκρατίας και την επάνοδο του κοινοβουλευτικού πολιτικού συστήματος, μπορούμε να μιλάμε για μειονοτική ομάδα;
Τι απέγιναν οι εξεγερθέντες
Η συμμετοχή τμήματος των εξεγερθέντων στην εξουσία, στη στελέχωση των μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων και τα διάφορα επαγγέλματα που ασκούν, δείχνουν την ενσωμάτωσή τους στη μεταδικτατορική ελληνική κοινωνία (βλ. Λακόπουλος, 1988, 1991, Πρετεντέρης, 1985).
Μια έμμεση προσέγγιση των ατόμων της γενιάς του Πολυτεχνείου μπορεί να γίνει μέσα από την συζήτηση της στάσης και της συμπεριφοράς (κοινωνικών αναπαραστάσεων) των φοιτητών/τριών της περιόδου 1974-1977, η οποία αναδεικνύει την αποκρυπτογράφηση των προσανατολισμών τους :
- Οι φοιτητές διάβαζαν μαρξιστικά βιβλία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είχαν προσανατολισμούς ενσωμάτωσης και δεν επεδίωκαν τη βελτίωση της θέσης τους στην κατανομή του εθνικού εισοδήματος και στην απόκτηση γοήτρου.
- Η σοσιαλιστική ιδεολογία χρησιμοποιείται από τους νέους για την καλυτέρευση της θέσης τους στην κατανομή του εθνικού εισοδήματος και όχι για να μετασχηματίσουν την κοινωνία (Πέτρας, 1983).
- Οι εκπαιδευτικοί μηχανισμοί στην Ελλάδα εντάσσονται στις διαδικασίες κοινωνικής ανόδου (Τσουκαλάς, 1987).
Επίσης, η συμμετοχή τμήματος των εξεγερθέντων στην εξουσία, στη στελέχωση των μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων (ΚΚΕ, ΚΚΕ εσ., ΠΑΣΟΚ…) και τα διάφορα επαγγέλματα που ασκούν, δείχνουν την ενσωμάτωσή τους στη μεταδικτατορική ελληνική κοινωνία. Τέλος, το ΠΑΣΟΚ άσκησε την κρατική εξουσία την περίοδο 1981-1988 με πολλά από τα στελέχη του να προέρχονται από τους εξεγερθέντες (Καραμπελιάς, 1989). Επομένως, είναι ένας προνομιακός χώρος, όπου ελέγχεται η υπόθεση της μετεξέλιξης από μειονότητα σε πλειονότητα, στη συγκεκριμένη δε περίπτωση, σε εξουσία.

Αντί συμπεράσματος
Σκοπός των ενεργών μειονοτήτων είναι να ασκήσουν κοινωνική επιρροή, να διαδώσουν μια καινοτομία για να επέλθει η κοινωνική αλλαγή. Τελικά, οι εξεγερθέντες ηττήθηκαν και ο στόχος τους δεν επιτεύχθηκε. Αυτό δεν μπορεί να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι δεν έδρασαν ως ενεργή μειονότητα, διότι το περιεχόμενο του μηνύματός τους, η σταθερή, αυτόνομη και αμερόληπτη συμπεριφορά τους, καθώς και το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων που εγκαθιδρύθηκαν μεταξύ των τριών κοινωνικών αντιπάλων ενισχύουν την ενεργή μειονοτική τους ταυτότητα.
Να σημειώσουμε εδώ ότι ένα κοινωνικό υποκείμενο φέρει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, την αντίδραση τη συμμόρφωση και την καινοτομία και, εν δυνάμει, δύναται να δράσει ως ενεργή μειονότητα, ως πλειονότητα, ως εξουσία ή ακόμη ως μειονότητα ενάντια στο ρεύμα της εποχής. Το ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο και το αντικείμενο σύγκρουσης είναι εκείνο που καθορίζει, σε τελευταία ανάλυση, την κυρίαρχη ταυτότητά του και τη δράση του. Θα υπεραπλουστεύαμε και θα μειώναμε τη δράση των εξεγερθέντων, αν τονίζαμε μόνο την συμμορφωτική τους διάσταση. Τα αιτήματά τους για εκδημοκρατικοποίηση των πανεπιστημιακών χώρων, για ελευθερία-δημοκρατία-εθνική ανεξαρτησία και κοινοβουλευτικό πλουραλισμό, στο πλαίσιο της εποχής, ήταν μειονοτικά.
Η εξέγερση του Πολυτεχνείου μπορεί να θεωρηθεί ως μια καθαρά μειονοτική/καινοτομική πράξη, διότι οι εξεγερθέντες έδιναν μάχη και θυσιάζονταν για την αποκατάσταση της δημοκρατίας, χωρίς να έχουν προσωπικά συμφέροντα ή να δημιουργούνται πελατειακές σχέσεις. Η κυρίαρχη διάσταση της μειονότητας των εξεγερθέντων, από τη διαδικασία ανάδυσης και την ιστορική στιγμή της σύγκρουσης που τελειώνει με την ήττα τους, ήταν συγκρουσιακή και καινοτομική.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία

Σημειώσεις Μέρους Β΄
- Τα ακραία συνθήματα, όπως «Κάτω η εκμετάλλευση», «Κάτω το κράτος», «Κάτω το κεφάλαιο», «Λαϊκή εξουσία»,«Λαοκρατία», «Ζήτω η σοσιαλιστική επανάσταση», «Συμμαχία των τάξεων¨, «Θάνατος στον ιμπεριαλισμό» κ.α., καταργήθηκαν. ↩︎
- Η διαχρονική σταθερότητα αφορά τη συστηματική και συνεκτική επανάληψη του ίδιου συγκρουσιακού μηνύματος μέσα στο χρόνο, ενώ η συγχρονική σταθερότητα χαρακτηρίζει τη συναινετική θέση μεταξύ των μελών της ομάδας μέσα στο χώρο (Moscovici, 1979). ↩︎
- Η ψυχολογιοποίηση είναι ένας μηχανισμός απομείωσης της μειονότητας και της δράσης της με την αναγωγή της σύγκρουσης στα ιδιαίτερα ψυχολογικά, βιολογικά, κοινωνικά ή άλλα χαρακτηριστικά της (βλ. Παπαστάμου, 1989). ↩︎
- Πρόκειται για μία ψυχολογική κατάσταση, η οποία οδηγεί στην αυξημένη επιθυμία της απαγορευμένης συμπεριφοράς (βλ. Brehm, 1966). ↩︎

Δημοσίευση σχολίου