![]() |
Φωτογραφία από τον Beto στο Pixabay |
Αναβρασμός συγχρόνως μαζί με προβληματισμό επικρατεί στην Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, αναφορικά με την μελέτη για την ανάδειξη του υγροβιότοπου Ναυπλίου Νέας Κίου, και το πως θα προστατευτούν όλα τα πολλά και διαφορετικά είδη πουλιών που κατά καιρούς, διαμένουν εκεί για ορισμένα πάντοτε χρονικά διαστήματα.
Ας δούμε τι αναφέρει για το θέμα αυτό η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία στο σχετικό δελτίο τύπου που εξέδωσε σήμερα
«Ως ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ είμαστε ιδιαίτερα προβληματισμένοι και
αντίθετοι με την προσέγγιση του όλου σχεδιασμού του έργου ως προς το ζητούμενο
«ανάδειξη του τοπικού περιβάλλοντός», καθώς αφενός η ΜΠΕ παρουσιάζεται
ιδιαίτερα ανεπαρκής στην αποτύπωσης της υφιστάμενης περιβαλλοντικής κατάστασης,
με αποτέλεσμα να μην προκύπτει σύνδεση των έργων με τον περιβαλλοντικό στόχο,
αφετέρου επιμέρους έργα του σχεδιασμού αναμένεται να έχουν αντίθετα
αποτελέσματα.
Ο Υγρότοπος της Νέας Κίου αποτελεί έναν κομβικής σημασίας υγρότοπο, που αν και
δεν υπάγεται σε καθεστώς προστασίας αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους
Υγροτόπους της Ανατολικής Πελοποννήσου. Αποτελεί καταφύγιο για δεκάδες είδη
πουλιών αλλά και πολύτιμο σταθμό μεταναστευτικών ειδών. Από τα τουλάχιστον 192
καταγεγραμμένα είδη, υπογραμμίζουμε την παρουσία της Τουρλίδας (Numenius
arquata), του Αργυροπουλιού (Pluvialis squatarola) και της Καλημάνας (Vanellus
vanellus), που αποτελούν είδη με αξία διατήρησης.
Επιπρόσθετα, είναι μία από τις λιγοστές θέσεις στην Πελοπόννησο με αναπαραγωγή ειδών όπως ο Θαλασσοσφυριχτής (Charadrius alexandrinus) και ο Καλαμοκανάς (Himantopus himantopus), τα οποία αναπαράγονται σε ευαίσθητες θέσεις στον αιγιαλό και συχνά οδηγούνται σε αποτυχία οι αναπαραγωγικές απόπειρές τους λόγω ανθρωπογενούς παρουσίας και εγγύτητας (άναρχης ή δομημένης). Τα παραπάνω είδη, όπως και πολλά ακόμα με τακτική παρουσία στην περιοχή, όπως ο Θαλασσοσφυριχτής και ο Καλαμοκανάς, ο Καλαμόκιρκος (Circus aeruginosus), ο Λευκοτσικνιάς (Egretta garzetta), ο Λεπτόραμφος Γλάρος (Larus genei) κ.α. περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2009/147/ΕΚ «περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών» (Οδηγία για τα Πουλιά), για τα οποία υπάρχει υποχρέωση προστασίας, όπως και των τακτικά διερχόμενων μεταναστευτικών ειδών, τόσο εντός, όσο και εκτός προστατευόμενων περιοχών.
Συγκεκριμένα, η Οδηγία αναφέρει (Άρθρο 4) πως «τα
Κράτη μέλη υιοθετούν κατάλληλα μέτρα για να αποφεύγουν, στις ζώνες προστασίας
που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2, τη ρύπανση ή την υποβάθμιση των
οικοτόπων», δηλαδή κατά κύριο λόγο στις Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) του
Δικτύου NATURA 2000, ωστόσο στο ίδιο άρθρο υπάρχει σαφής αναφορά πως «Τα κράτη
μέλη θα προσπαθήσουν, επίσης, να αποφύγουν τη ρύπανση ή τη φθορά των οικοτόπων
και έξω από τις ζώνες προστασίας». Είναι, λοιπόν, σαφές πως είναι ένας
υγρότοπος με αξιοσημείωτα στοιχεία αναφορικά με την ορνιθοπανίδα του, τα οποία
εκτείνονται και εκτός της αναπαραγωγικής περιόδου.
Στην τοπική κοινωνία, ο υγρότοπος είναι ήδη γνωστός για την αξία του, και
ορνιθολογικές παρατηρήσεις έχουν συχνά προβληθεί στα μέσα ενημέρωσης, ενώ
λειτουργεί αφενός ήδη το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Νέας Κίου (https://blogs.sch.gr/kpearg/) και η ενεργός ομάδα (https://www.facebook.com/groups/650665651659321).
Σε πιο εθνικό επίπεδο, η περιοχή είναι γνωστή σε
Έλληνες και ξένους ορνιθοπαρατηρητές και έχει ικανή επισκεψιμότητα. Παρά την
σχετική απουσία καθεστώτος προστασίας, υπάρχουν λοιπόν ενεργές προσπάθειες
προστασίας και ανάδειξης του υγροτόπου.
Βάσει αυτών των στοιχείων, διαπιστώνεται πως η ΜΠΕ του έργου χρήζει σχολιασμού
και αναφοράς παραλείψεων και ασαφειών. Ειδικότερα, η ορνιθοπανίδα του τόπου,
που αποτελεί και μείζον αντικείμενο ανάδειξης και ήδη υπαρκτής αναγνώρισης (και
οργανωμένων προσπαθειών για αυτούς τους στόχους) από τους πολίτες, εκτιμούμε
πως παραβλέπεται και τα έργα θα έχουν σε μεγάλο βαθμό αρνητική επίδραση σε
αυτή.
Συγκεκριμένα:
· Εφόσον ο σκοπός της
μελέτης είναι ‘η ανάγκη οριοθέτησης και προστασίας των περιοχών φυσιολατρικού,
ιστορικού και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, η περιβαλλοντική αναβάθμιση του
χώρου και η ανάδειξη των αντίστοιχων περιοχών’, το λιγότερο που θα μπορούσε
κανείς να περιμένει είναι η ορθή αποτύπωση των δεδομένων ορνιθοπανίδας της
περιοχής. Δεδομένα για την περιοχή αφενός υπάρχουν δημόσια διαθέσιμα
(βλέπε https://ebird.org/hotspot/L5884571/bird-list, μίας αξιόπιστης βάσης δεδομένων με έλεγχο στοιχείων
που υποβάλλονται), αφετέρου είναι γνωστό πως η ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ διενεργεί σε ετήσια
βάση τις Μεσοχειμωνιάτικες Καταμετρήσεις Υδρόβιων Πουλιών (ΜΕΚΥΠ) και διατηρεί
αντίστοιχη βάση δεδομένων. Κατά συνέπεια, η ΜΠΕ έχει την υποχρέωση να
αποτυπώσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το φυσικό περιβάλλον και ειδικότερα την
ορνιθοπανίδα της περιοχής, προκειμένου να είναι και αξιόπιστη η εκτίμηση των
επιπτώσεων, που αποτελεί πρωταρχικό σκοπό μίας τέτοιας μελέτης.
· Επιπρόσθετα, στους
επισυναπτόμενους χάρτες που αποτυπώνεται η θέση των προτεινόμενων έργων,
ιδιαίτερα επιμένουμε στην δημιουργία μονοπατιού και την τοποθέτηση πεζογέφυρας
ακριβώς πάνω στο παράλιο μέτωπο (!) στα ανατολικά του
υγροτόπου. Οι διαδρομές αυτές βρίσκονται ανησυχητικά κοντά στις περιοχές
τροφοληψίας και ξεκούρασης υδρόβιων και παρυδάτιων πτηνών. Η διευκόλυνση ή και
προώθηση της ανθρώπινης παρουσίας σε τόσο μικρές αποστάσεις, προκαλούν στα
πουλιά την επαγωγή συμπεριφορών όχλησης (stress responses) όπως η πτήση,
διακόπτοντας ζωτικής σημασίας φυσικές συμπεριφορές.
· Επιπλέον, η αόριστη
αναφορά σε χρονοδιάγραμμα δημιουργεί προβληματισμούς αναφορικά με την επίδραση
των έργων. Ενώ αναφέρεται πως δεν θα γίνουν εργασίες κατά την αναπαραγωγική
περίοδο, δεν λαμβάνεται υπόψη η επίδραση των εργασιών, και η μετέπειτα
ανθρώπινη παρουσία σε τόσο μεγάλη εγγύτητα (αιγιαλός) σε διαχειμάζοντα είδη,
όπως η Τουρλίδα και το Αργυροπούλι. Η δημιουργία πεζογέφυρας, και χωρικής
επέμβασης σε τόσο κομβικά σημεία, θεωρείται αχρείαστη και επιβαρύνει τον
βιότοπο και φυσικό περιβάλλον. Ουσιαστικά επεμβαίνει και προωθεί την παρουσία
του ανθρώπου σε θέσεις εντός και όχι περιμετρικά του υγροτόπου, οδηγώντας σε
όχληση και όχι σε ανάδειξη. Είναι σαφώς προτιμότερο να υπάρχει ανθρώπινη
παρουσία και ευαισθητοποίηση από μεγαλύτερη απόσταση ασφαλή για τη
βιοποικιλότητα – η εγγύτητα και επέμβαση σε θέσεις που φυσικά πλημμυρίζουν και
δημιουργούν λασπώδη σημεία είναι σφάλμα, καθώς είναι ακριβώς αυτά τα σημεία που
θα έπρεπε να αναδεικνύονται από την απαραίτητη απόσταση.
Η γενικότερη εικόνα της παρούσας μελέτης αντικατοπτρίζει μια οπτική όπου η
ανάδειξη θα έχει έντονα ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η
επίπτωση στην βιοποικιλότητα, η οποία θεωρητικά αναδεικνύεται – η εγγύτητα ενός
επισκέπτη σε αυτά δεν σημαίνει αναγκαστικά θετικό πρόσημο για το περιβάλλον.
Μας προβληματίζει η ποιότητα της ΜΠΕ του έργου, και παράλληλα θεωρούμε πως τα
δεδομένα, όπου παρουσιάζονται δεν συνάδουν με τον θεωρητικό σκοπό μιας τέτοιας
μελέτης. Αντ’ αυτού, για την ανάδειξη της περιοχής θα περίμενε κανείς την
συνεργασία (ή έστω αναφορά) σε ήδη υπάρχουσες τοπικές προσπάθειες ανάδειξης και
προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος
Οι απόψεις κατατέθηκαν στην πλατφόρμα του Ηλεκτρονικoύ Περιβαλλοντικού Μητρώου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας»
Δημοσίευση σχολίου