Στις 27 Ιανουαρίου 1756, ένα παγωμένο κυριακάτικο βράδυ στο Σάλτσμπουργκ, γεννήθηκε μια από τις σημαντικότερες μουσικές μορφές όλων των εποχών: ο Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια, η ιδιοφυΐα του δεν έμοιαζε με τίποτα συνηθισμένο. Δεν χρειάστηκε χρόνο για να διδαχθεί τη μουσική· τη κουβαλούσε ήδη μέσα του, σαν να είχε γεννηθεί μαζί της.
Ένα παιδί που αντίκριζε τον κόσμο με νότες
Στην ηλικία των πέντε, ο πατέρας του τον βρήκε καθισμένο στο γραφείο να γράφει με αφοσίωση ένα μουσικό θέμα, τόσο απορροφημένος που δεν σήκωσε καν τα μάτια του. Το χαρτί ήταν γεμάτο νότες, οι σταγόνες μελανιού σχημάτιζαν μαύρες κηλίδες στα ρούχα του, και το πρόσωπό του ήταν λερωμένο, σαν πολεμιστή μετά από μάχη με τη δημιουργία. Όταν τον ρώτησε τι έγραφε, απάντησε με απόλυτη φυσικότητα: «Ένα κονσέρτο για κλαβεσέν».
Ο Λεοπόλδος Μότσαρτ, πατέρας και δάσκαλος, αναγνώρισε αμέσως πως είχε μπροστά του ένα παιδί-θαύμα. Και από εκείνη τη στιγμή, ο δρόμος του μικρού Βόλφγκανγκ άλλαξε για πάντα.
Μια σπάνια μεγαλοφυΐα σε έναν αδυσώπητο κόσμο
Ο Μότσαρτ μεγάλωσε μέσα στις μουσικές αυλές της Ευρώπης, περιοδεύοντας ακατάπαυστα με την αδελφή του. Η παιδική του ηλικία, αντί για ανέμελες στιγμές, ήταν γεμάτη ταξίδια, επίπονες μετακινήσεις, κοπιαστικές εμφανίσεις. Η σωματική του αντοχή δοκιμάστηκε από νωρίς, ενώ αλλεπάλληλες λοιμώξεις άφησαν το σημάδι τους στο εύθραυστο σώμα του.
Παρά τη δόξα, ο Μότσαρτ δεν έζησε ποτέ έναν κανονικό βίο. Πάλευε με οικονομικές δυσκολίες, αστάθεια, παρορμητικές επιλογές και συχνά απερίσκεπτη συμπεριφορά. Ο πατέρας του στάθηκε αυστηρός κριτής αλλά και ο μόνος σταθερός άξονας στη ζωή του.
Κι όμως, μέσα σε όλα αυτά, η παραγωγικότητά του ήταν εκρηκτική: 644 έργα μέσα σε 35 χρόνια, ένα επίτευγμα σχεδόν αδύνατο για άλλους συνθέτες.
Το τέλος μιας ζωής που καιγόταν σαν φλόγα
Καθώς πλησίαζε τα 35 του χρόνια, ο Μότσαρτ φαίνεται πως ένιωθε το τέλος να τον πλησιάζει. Δούλευε με εμμονή πάνω στο «Ρέκβιεμ», μια νεκρώσιμη ακολουθία που έμελλε να συνδεθεί για πάντα με τον δικό του θάνατο. Η υγεία του, ταλαιπωρημένη από χρόνια νοσήματα και εξάντληση, χειροτέρευε.
Στις 5 Δεκεμβρίου 1791, μια παγωμένη νύχτα, ο Μότσαρτ άφησε την τελευταία του πνοή. Ήταν μόλις 35 ετών. Ο θάνατός του παραμένει μέχρι σήμερα αμφίβολος ως προς τα ακριβή αίτια, αλλά οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν: το σώμα του δεν άντεξε άλλο την υπερκόπωση και τις χρόνιες λοιμώξεις που τον ταλαιπωρούσαν από παιδί.
Ένας από τους μεγαλύτερους συνθέτες της ανθρωπότητας έφυγε όπως ζούσε: με πάθος, με ένταση, με φλόγα. Και όμως, ο κόσμος τότε δεν έδειξε να κατανοεί το μέγεθος της απώλειας.
Η αθάνατη λάμψη της μουσικής του
Ο Οδυσσέας Ελύτης μίλησε κάποτε για τη μουσική του Μότσαρτ, περιγράφοντάς την σαν «φυσικό πίδακα που μας θαμπώνει», μια πλημμύρα φωτός που κάνει τα πράγματα να αιωρούνται πάνω από το έδαφος.
Και πράγματι, δύο αιώνες μετά, η μουσική του Μότσαρτ ακούγεται όλο και πιο καθαρή, όλο και πιο νέα, όλο και πιο αναγκαία.
Ίσως γιατί, παρ’ όλο που ο ίδιος έζησε μια ζωή σύντομη και συχνά βασανισμένη, το έργο του υπερβαίνει τον χρόνο και τον θάνατο. Ίσως γιατί πίσω από κάθε νότα του, κρύβεται ένα κομμάτι της φωτεινής, ανήσυχης και τραγικά σύντομης ψυχής του.

Δημοσίευση σχολίου