Ο Εμφύλιος στην Πελοπόννησο του Κωνσταντίνου Τζιαμπάση

 

Φωτογραφία | Κ.Χ.Τ.

*Επιμέλεια Κωνσταντίνος Χαρ. Τζιαμπάσης

Αν και έχει περάσει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του μισού αιώνα από την κατοχή και τον εμφύλιο, ακόμα και σήμερα ο λόγος για τα γεγονότα που σημάδεψαν τότε τη μοίρα του πελοποννησιακού λαού γίνεται ευκαιριακά, αποσπασματικά, επιφανειακά και όχι πάντοτε χωρίς σκοπιμότητα.

Η επιστήμη σιγά. Για πρώτη φορά στις σελίδες του περιοδικού "Πελοποννησιακά", ετήσιας περιοδικής έκδοσης της Εταιρείας Πελοποννησιακών Σπουδών, είδε το φως της δημοσιότητας ένα βιβλιογραφικό έργο: Αθαν. Θ. Φωτόπουλου, Βιβλιογραφία της Πελοποννησιακής Ιστορίας για την Περίοδο 1941-1949 (τ. ΚΒ' 1996-1997, σσ. 323-50). Αυτό νομίζουμε ότι αποτελεί το έναυσμα και την άπαραίτητη -κυρίως βιβλιογραφική- βάση για τη σύνθεση ειδικών ή γενικότερων μελετών, οι οποίες θα υπηρετούν όχι κάποια πολιτική και κοινωνική σκοπιμότητα αλλά την επιστημονική έρευνα.

Το επιχείρημα μερικών, οι οποίοι μπορεί να μην είναι εντελώς ανυποψίαστοι, ότι τα γεγονότα είναι ακόμη νωπά και τα πάθη δεν έχουν κατασιγάσει εντελώς, όχι μόνο δεν ευσταθεί, αλλά μπορεί να προέρχεται εκ του πονηρού.

Όπως τόνισε ο ανθρωπολόγος Claude Levi-Strauss, «όλα πράγματι είναι ιστορία· εκείνο που ειπώθηκε χτές είναι ιστορία, εκείνο που ειπώθηκε πριν ένα λεπτό είναι ιστορία». Δεν μπορούμε ν’ αναθέτουμε υποκριτικά την εύρεση της «ιστορικής αλήθειας» στις επόμενες γενεές ούτε ν’ αποφεύγουμε τις δικές μας επιστημονικές και κοινωνικές ευθύνες. Τα τεκμήρια, που μόνο τώρα μπορούμε να συγκεντρώσουμε, θ’ αποτελέσουν τις πηγές που θα χρησιμοποιήσουν οι μεταγενέστεροι. 

I. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ

Ως απαρχή του εμφυλίου πολέμου θεωρείται η 30ή Μάρτη 1946, ημέρα επίθεσης του καπετάνιου Υψηλάντη στο σταθμό χωροφυλακής Λιτοχώρου. Στην πραγματικότητα ο εμφύλιος σπαραγμός, άγριος και αιματηρός, είχε αρχίσει στα χρόνια της μαύρης κατοχής και εντεινόταν όσο πλησίαζε η απελευθέρωση. Ειδικότερα για την Πελοπόννησο μπορούμε να πούμε ότι το εμφύλιο δράμα ξεκινάει από το 1943.

Είναι γεγονός ότι τον πρώτο καιρό της κατοχής οι περισσότεροι αξιωματικοί του στρατού προσπαθούσαν να επιβιώσουν στους τόπους καταγωγής τους και ανέμεναν την εξέλιξη των πραγμάτων μέσα σε κατάσταση αγωνίας και σύγχυσης. Όσοι πρόλαβαν έφυγαν και κατατάγτηκαν στο ελληνικό στράτευμα της Μέσης Ανατολής, ενώ οι υπόλοιποι υπήχθησαν στα κατά τόπους φρουραρχεία. Την πρωτοβουλία για τη δημιουργία αντιστασιακών οργανώσεων στην Πελοπόννησο είχαν κυρίως αριστεροί, οι οποίοι χωρίς συντονισμό ίδρυσαν ολιγομελείς οργανώσεις (λ.χ. «Νέα Φιλική Εταιρεία»).

Μετά την ίδρυση του ΕΑΜ (Σεπτέμβρης 1941) όλες αυτές οι οργανώσεις αυτοδιαλύθηκαν και τα περισσότερα μέλη τους προσχώρησαν στη νέα πανελλήνια μαζική οργάνωση. Μέλη των νομαρχιακών επιτροπών δεν ήταν μόνο κομμουνιστές αλλά και άτομα που ανήκαν στον αστικό χώρο, έμποροι, κληρικοί και αξιωματικοί. Ο κατοπινός αρχηγός ένοπλων αντιεαμικών τμημάτων στη νότια Πελοπόννησο ίλαρχος Τηλέμαχος Βρεττάκος ήταν μέλος της νομαρχιακής επιτροπής ΕΑΜ Λακωνίας.

Η επέκταση του ΕΑΜ και η διαφαινόμενη προσπάθειά του να μην επιτρέψει τη δημιουργία άλλης αντιστασιακής κίνησης δημιούργησε αντιδράσεις. Απόπειρες αξιωματικών, που ενθαρρύνθηκαν από ντόπια κέντρα ή Άγγλους συνδέσμους να δημιουργήσουν ένοπλα στρατιωτικά τμήματα, καταπνίγηκαν στο αίμα και εκτελέστηκαν οι αρχηγοί (Τηλ. Βρεττάκος, Χρ. Δροσόπουλος, Χρ. Καραχάλιος) και τα δυναμικότερα στελέχη. Όπως, μετά τη συντριβή της δύναμης της ΕΚΚΑ και την εκτέλεση του Δ. Ψαρρού στη Ρούμελη, αξιωματικοί και άνδρες της κατέφυγαν στα Τάγματα Ασφαλείας, έτσι έγινε και στην Πελοπόννησο:

Μετά τη διάλυση των αντιεαμικών ομάδων Καφίρη, Καραχάλιου και Θεοχαρόπουλου στις περιοχές της Ολυμπίας και Τριφυλίας, δραστήρια και μαχητικά στελέχη τους, όπως ο ταγματάρχης Γεώργιος Κοκκώνης που είχε σταλεί στην Πελοπόννησο από τον Ψαρρό, κινδυνεύοντας να συλληφθούν και να εξοντωθούν, κατατάχθηκαν στα Τάγματα Ασφαλείας.

Αντίθετα άλλοι αξιωματικοί, οι οποίοι κινούνταν στο χώρο των αντιεαμικών ομάδων, μετά τη δυσμενή γι’ αυτές τροπή των πραγμάτων, προτίμησαν ..να προσχωρήσουν στον ΕΛΑΣ (Εμμ. Βαζαίος, Σταύρος Νικολόπουλος, Κ. Μπασακίδης, Δημ. Καραγιαννάκος). Άλλοι συνάδελφοί τους είχαν ήδη καταταγεί στον ΕΛΑΣ χωρίς να θητεύσουν σε άλλους χώρους (Δ. Μίχος, Βλ. Ανδρικόπουλος, Γ. Κονταλώνης, Ηλ. Κονδύλης κ.ά.).

Η δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας κατά των δυνάμεων του ΕΛΑΣ διεύρυνε το χάσμα που είχε ήδη δημιουργηθεί. Και είναι άξιό μελέτης το φαινόμενο της συγκρότησης των ταγμάτων αυτών, τα οποία ίδρυσε η κυβέρνηση Ιω. Ράλλη, αλλά τα νήματα κινούσαν παλαιοί αντιμοναρχικοί αξιωματικοί (Θ. Πάγκαλος, Στ. Γονατάς), που κάθε άλλο παρά «Δεξιοί» θα μπορούσαν να θεωρηθούν.

Τα τάγματα Πελοποννήσου με διοικητές έμπειρους αξιωματικούς (Ν. Κουρκουλάκος, Διον. Παπαδόγγονας, Γ. Κοκκώνης κ.ά.), καθώς και το τάγμα «Λεωνίδας» της Σπάρτης υπό τον Λέων. Βρεττάκο, προέβησαν σ’ εκκαθαριστικές επιχειρήσεις και ήρθαν σε συγκρούσεις με τμήματα του ΕΛΑΣ. Βαρύ φόρο αίματος πλήρωσαν και οι άμαχοι πολίτες και προκλήθηκαν σοβαρές υλικές καταστροφές.

Από την άλλη μεριά οι εαμικοί συγκροτούν σε διάφορες περιοχές στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου εγκλείονται ένοχοι ή αθώοι «αντιδραστικοί», αρκετοί από τους οποίους εκτελούνται. Αληθινό όργιο αίματος έγινε μετά την εκκένωση της Πελοποννήσου από τα γερμανικά στρατεύματα. Δυνάμεις του ΕΛΑΣ εισήλθαν κατόπιν σκληρών συγκρούσεων στον Πύργο και την Καλαμάτα, κατατρόπωσαν τους αντιπάλους τους και εξόντωσαν αμάχους στο Μελιγαλά και τον Μυστρά.

Αποφεύχθηκε η αιματοχυσία στην Τρίπολη και την Πάτρα, όπου τα Τάγματα Ασφαλείας παρέδωσαν τον οπλισμό τους και μεταφέρθηκαν υπό κράτηση εκτός Πελοποννήσου. Έτσι ο ΕΑΑΣ κυριάρχησε χωρίς αντίσταση μέχρι τη συμφωνία της Βάρκιζας, με την οποία αμνηστεύθηκαν τα πολιτικά αδικήματα κι όχι τα ποινικά.

Η μεταβαρκιζιανή περίοδος επέτρεψε στους αντιπάλους του ΕΑΜ και τα θύματα του ΕΛΑΣ να προβαίνουν σε διώξεις κατά των πρώην διωκτών τους. Σωρεία μηνύσεων για πραγματικά ή φανταστικά αδικήματα υποβαλλόταν στα κατά τόπους δικαστήρια, ενώ έκανε την εμφάνισή του το φαινόμενο των μεμονωμένων ή οργανωμένων τιμωρών.

Ομάδες της οργάνωσης X, των φιλοβασιλικών και άλλων «εθνικοφρόνων» προέβαιναν σε επιθέσεις, βιαιοπραγίες και φόνους κατά μαχητών του ΕΛΑΣ, κομμουνιστών και «συνοδοιπόρων», χωρίς η αδύναμη, υπόπτως αδιάφορη και ενίοτε συνένοχη χωροφυλακή και η εθνοφυλακή να μπορούν να επέμβουν.

Ένοπλες ομάδες παρακρατικών δρουν κυρίως στη νότια Πελοπόννησο, όπως ο περιβόητος Μαγγανάς στη Μεσσηνία, ο οποίος ενήργησε και επίθεση κατά της Καλαμάτας για την εκτέλεση των κρατουμένων. Γεγονός είναι ότι η δράση των παρακρατικών θορύβησε ακόμη και τη στρατιωτική ηγεσία και είχε ως επακόλουθο τη διαφυγή των στελεχών της Αριστεράς στην Αθήνα και την αδράνεια των κομμουνιστικών οργανώσεων το 1945 και μεγάλο μέρος του 1946.

Στις αρχές του 1946 η κομμουνιστική ηγεσία στην Πελοπόννησο εξέτασε τις πιθανότητες επιτυχίας ένοπλου αγώνα. Παρ’ ότι δεν αγνοήθηκε η αδυναμία ανεφοδιασμού διά του Ισθμού, προτάθηκε είτε η συμβολική δράση για απασχόληση των κυβερνητικών δυνάμεων είτε η ένοπλη δράση με λαϊκή υποστήριξη για πάταξη της δράσης των παρακρατικών. Τελικά επικράτησε η δεύτερη άποψη.

Συντονιστής των κομματικών οργανώσεων του ΚΚΕ ήταν ο Νίκος Μπελογιάννης μέχρι το φθινόπωρο του 1946, οπότε μετέβη στη δυτική Μακεδονία ως πολιτικός επίτροπος.

Τα αίτια της έναρξης ένοπλου αγώνα και των αρχικών επιτυχιών του Δημοκρατικού Στρατού (Δ.Σ.) ήταν τα εξής, κατά τον καπετάνιο του Λεωνίδα Κωνστανταράκο: η κακομεταχείριση πολιτών από Δεξιές οργανώσεις, η προπαγάνδα του ΚΚΕ πάνω σε δημοσιεύματα του αθηναϊκού Τύπου για καταχρήσεις, δοσίλογους κ.ά., η πλημμελής οργάνωση των ενόπλων τμημάτων δίωξης που είχαν περιχαρακωθεί στ’ αστικά κέντρα και η καταπτόηση των κατοίκων από τη δύναμη του Δ.Σ.Ε.

Το καλοκαίρι του 1946 συγκροτούνται τα πρώτα ένοπλα τμήματα του Δ.Σ.Ε. στον Πάρνωνα και τον Ταΰγετο κι από τότε ως το θέρος του 1948 οι δυνάμεις του έχουν σχεδόν την πλήρη πρωτοβουλία στα πεδία των μαχών, χωρίς ωστόσο να μπορούν να προσβάλουν αστικά κέντρα. Την πολιτική οργάνωση του ΚΚΕ στην Πελοπόννησο ανέλαβε ο Βαγγέλης Ρογκάκος. Στις 13.2.1947 δύναμη του Δ.Σ.Ε. υπό τον Κονταλώνη επιτίθεται στις φυλακές της Σπάρτης και απελευθερώνει 240 κρατούμενους, από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν Αριστεροί.

Στις αρχές του 1948 η αρχηγία του Δ.Σ.Ε. ανατέθηκε από το ΚΚΕ στο Στέφανο Γκιουζέλη, ο οποίος ήρθε στις 14 Ιανουαρίου συνοδευόμενος από 15 επίλεκτα κομμουνιστικά στελέχη εκπαιδευμένα στο στρατόπεδο Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας. Το γεγονός αυτό έκανε ζωηρή εντύπωση και στο εξωτερικό, αφού φάνηκε ότι ο Δ.Σ.Ε. μπορεί να προσβάλει επιτυχώς και πόλεις.

Ακολούθως σχεδιάζονται και εκτελούνται επιθέσεις κατά αστικών κέντρων με απώτερο σκοπό την κατάληψη της Τρίπολης, που υπολογιζόταν να γίνει το φθινόπωρο του 1948. Σφοδρές συγκρούσεις λαμβάνουν χώρα το 1948 στα Καλάβρυτα (11 Απρ.), τα Λεχαινά (8 Ιουν.), τη Ζαχάρω (24 Ιουν. και 11 Οκτ.), τη Χαλανδρίτσα (4 Ιουλ.) και τη Δημητσάνα (30 Αυγ.), με πολλά εκατέρωθεν θύματα και καταστροφές περιουσιών. Τον Ιούλιο του 1948 ένα καΐκι από την Αλβανία εφοδιάζει με άφθονα πυρομαχικά τους αντάρτες.

Ένα δεύτερο καΐκι εντοπίστηκε από το πολεμικό ναυτικό και βυθίστηκε με το φορτίο του στον όρμο του Φωκιανού Κυνουρίας (6 Σεπτ.). Υπό την επήρεια των γεγονότων αυτών την 30ή Οκτωβρίου έγινε σύσκεψη των στελεχών του Δ.Σ.Ε. και σ’ αυτήν αποφασίστηκε η δημιουργία μεραρχίας χωρίς την εγκατάλειψη της αντάρτικης τακτικής. Θεωρείται ότι τούτο τους στοίχισε πολύ, αν και τότε άρχισαν να γίνονται αισθητά τα σημάδια της επερχόμενης ήττας.

Η εκκαθάριση της Πελοποννήσου από τις αντάρτικες δυνάμεις κρίθηκε αναγκαία από το ΓΕΣ, για να εξοικονομηθούν στρατιωτικές δυνάμεις και να διατεθούν στις επιχειρήσεις του Βίτσι. Έτσι αποφασίστηκε η άμεση έναρξη επιχειρήσεων με το συνθηματικό όνομα «Περιστερά». Οι επιχειρήσεις αυτές διεξήχθησαν από την 5η Δεκέμβρη του 1948 μέχρι την 30ή Γενάρη του 1949 και είχαν ως αποτέλεσμα τη διάλυση του Δ.Σ. Πελοποννήσου, του οποίου μόνο μερικά ηγετικά στελέχη διασώθηκαν με 60-80 άνδρες. Στη γρήγορη εκκαθάριση της Πελοποννήσου συνέβαλε και η αιφνιδιαστική σύλληψη, τη νύκτα της 27ης Δεκέμβρη του 1948, όλων των κομμουνιστών και υπόπτων για συνεργασία με τον Δ.Σ.Ε.

Συνελήφθησαν 5.000 πολίτες, από τους οποίους οι μισοί μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα (Τρίκερι, Μακρόνησος) και οι υπόλοιποι κρατήθηκαν στην Πελοπόννησο. Οι ίδιοι οι μαχητές του Δ.Σ. Πελοποννήσου ανέμεναν την ήττα τους από το φθινόπωρο του 1948. Η IX Μεραρχία που εκτέλεσε την επιχείρηση «Περιστερά» απλώς επέσπευσε την κατάρρευση της στρατιωτικής τους δύναμης.

Τα αίτια της κατάρρευσης είναι γενικά και ειδικά. Τα πρώτα αφορούν ολόκληρη τη χώρα και είναι κυρίως το κλείσιμο των συνόρων με τη Γιουγκοσλαβία, η αποστολή αμερικανικής βοήθειας στην κυβέρνηση, η αλλαγή τακτικής στο Δ.Σ.Ε. και μάχες εκ παρατάξεως.

Τα δεύτερα αφορούν αποκλειστικά την Πελοπόννησο και μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:

- Ο γεωγραφικός παράγοντας, αφού η μοναδική οδός επικοινωνίας με την υπόλοιπη Ελλάδα περνούσε από τον Ισθμό.

- Το συντηρητικό πνεύμα των κατοίκων και η αλλαγή φρονήματος μετά τα αιματηρά γεγονότα του 1944.

- Η τοποθέτηση ακατάλληλων (Στεφ. Γκιουζέλης) ή εμπαθών (Βαγγ. Ρογκάκος) ηγητόρων και ο παραγκωνισμός ικανών στρατιωτικών με σημαντική κατοχική δράση (Κ. Κανελλόπουλος).

- Αδυναμία ανεφοδιασμού με πολεμικό υλικό από τις λαϊκές δημοκρατίες και κυρίως την Αλβανία μετά τη βύθιση του πλοίου στην Κυνουρία από το πολεμικό ναυτικό.

- Η συντονισμένη στρατιωτική επιχείρηση «Περιστερά» με λήψη αυστηρότατων αλλ’ απαραίτητων μέτρων, όπως συλλήψεις υπόπτων πολιτών και διακοπή κάθε είδους επικοινωνίας με την πρωτεύουσα, για ν’ αποφευχθούν πιθανές παρεμβάσεις στρατιωτικών ή πολιτικών.

 - Αδυναμία κατάληψης ή διατήρησης επί μακράν των προσβληθέντων αστικών κέντρων.

- Βίαιη στρατολογία, ακόμη και νεαρών κοριτσιών, που τελικά δεν είχε θετικά αποτελέσματα.

Μέχρι το τέλος του 1949 είχαν εξοντωθεί οι περισσότεροι αρχηγοί και πολλά στελέχη και μαχητές του Δ.Σ.Ε. Ακολούθησαν δίκες συλληφθέντων, φυλακίσεις, εξορίες, εκτελέσεις και γενικά παντοειδείς διώξεις.

Σήμερα, μετά την παρέλευση μισού αιώνα από την τραγική εκείνη σελίδα της πελοποννησιακής -και γενικότερα ελληνικής- ιστορίας, οι πρωταγωνιστές φεύγουν ο ένας μετά τον άλλο από τη ζωή, οι μνήμες ξεθωριάζουν, τα πάθη αμβλύνονται. Το μόνο που παραμένει έντονο είναι το αίτημα διάσωσης του ιστορικού υλικού και συγγραφής μιας επιστημονικής πλέον ιστορίας του εμφυλίου.

 

II. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ειδήσεις για την Πελοπόννησο υπάρχουν σε βιβλία, όπου γίνεται γενικότερη αναφορά στον εμφύλιο. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα εξής:

- Φοίβου Γρηγοριάδη, Ιστορία του Εμφυλίου Πολέμου 1945-1949. (Το δεύτερο αντάρτικο), τ. 1-4, Αθήνα χ.χ.

- Τάσου Βουρνά, Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας. Ο Εμφύλιος, Αθήνα 1981.

- Απ. Β. Δασκαλάκη, Ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής, Χρονικής Περιόδου 1936-1950, τ. Β', Αθήναι 1973, σσ. 662-766.

- Δ. Ζαφειρόπουλου, Ο Αντισυμμοριακός Αγών 1945-1949, Αθήναι 1956 (στις σσ. 488-512: Επιχειρήσεις Πελοποννήσου).

Γενικά για τον εμφύλιο έγραψε ο δημοσιογράφος Γ. Μαύρος στην εφ. "Ριζοσπάστης" ιστόρημα με τίτλο «Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας» σε 90 συνέχειες (27.10.1996 - 21.2.1997). Στην Πελοπόννησο γίνεται αναφορά στο φύλλο της 9.1.1997, όπου καταχωρίζεται άρθρο του Βασ. Λάζαρη για τη μάχη της Χαλανδρίτσας. Σ’ άλλη έρευνά του ο Γ. Μαύρος («Τα Αρχεία του Δημοκρατικού Στρατού», Ελευθεροτυπία 12.1.1979) αναφέρει ότι για την περιοχή αυτή «είναι ανύπαρκτη η βιβλιογραφία, οι προσωπικές μαρτυρίες ή άλλα στοιχεία». Αυτό εν μέρει αλήθευε, αλλ’ ο συγγραφέας ήταν ίσως δικαιολογημένος, γιατί δεν είχε προηγηθεί συστηματική έρευνα. Ο ίδιος επανήλθε στο θέμα ύστερα από μια δεκαετία, όταν σε πολλές συνέχειες δημοσίευσε στην Ελευθεροτυπία (16.10.1988 κ.ε.) έρευνα για τον εμφύλιο στην Πελοπόννησο με πολλές -αν και κακής ποιότητας- φωτογραφίες προσώπων.

Ενδιαφέρον υλικό δημοσιεύθηκε στην εφ. Ο Μωρηάς (υπότιτλος: «Μηνιάτικη πολιτική - ιστορική εφημερίδα»), αρ. 1-13 (1985-1988). Τα άρθρα των συνεργατών της εφημερίδας αναφέρονται σε πρόσωπα και γεγονότα της κατοχής και του εμφυλίου ιδωμένα μέσα από αριστερό πρίσμα.

Υλικό χρήσιμο αντλούμε από τοπικές και αθηναϊκές εφημερίδες της περιόδου 1946-1949. 

Προσιτές είναι οι σειρές των συντηρητικών φύλλων Αλήθεια (Τριπόλεως) και Εθνικόν Βήμα (Σπάρτης). 

Στις εφημερίδες, εκτός από ειδήσεις για ποικίλα γεγονότα του τόπου, καταχωρίζονται και επίσημα έγγραφα των πολιτικών και στρατιωτικών αρχών, πρακτικά δικαστηρίων (στρατοδικείων), δηλώσεις μετάνοιας πολιτών και άλλα ντοκουμέντα. 

Στο Εθνικόν Βήμα της Σπάρτης (31.7.1947 κ.ε.) δημοσιεύθηκε σε 8 συνέχειες Το Ημερολόγιον ενός Συμμορίτου, όπου ο μαχητής του Δ.Σ.Ε. 

Όμηρος (= Ντίνος Κερχουλάς;) περιγράφει την πορεία του από την απελευθέρωσή του από τις φυλακές της Σπάρτης (13.2.1947) μέχρι τη σύγκρουση με το Τάγμα Κρανιά (7.6.1947).

Αρχειακό υλικό υπάρχει δημοσιευμένο σε διάφορα έντυπα και βιβλία και αδημοσίευτο σε χέρια ιδιωτών. 

Οι τελευταίοι για ποικίλους λόγους δεν έχουν προβεί σε δημοσίευσή του, αλλά και όσα έγγραφα έχουν δημοσιευθεί δεν είναι επαρκή για την υποβοήθηση του έργου του ιστορικού. 

Το 1998 η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού του ΓΕΣ εξέδωσε 16 τόμους με τον τίτλο Αρχεία εμφυλίου πολέμου, όμως δεν περιλαμβάνεται σ’ αυτούς όλο το υπάρχον αρχειακό υλικό. 

Σε στρατιωτικές και σε δικαστικές υπηρεσίες διασώζεται σχετικό υλικό, το οποίο όμως δεν έχει παντού εντοπιστεί, καταλογογραφηθεί και παρουσιαστεί στο κοινό των ερευνητών.

Ιστορικά έργα για ολόκληρη την Πελοπόννησο είναι μόνο δύο:

- Κώστα Θ. Καραλή, Ιστορία των Δραματικών Γεγονότων Πελοποννήσου 1943-1949, Αθήναι, τ. Α' 1958, σσ. 336, τ. Β' 1967, σσ. 300 (έργο αντικομμουνιστικό με πλήθος πληροφοριών. Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών).

- Γιάννη Λέων. Λέφα, Ο Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου (Δημιουργία - Ανάπτυξη - Ήττα), εκδ. Αλφειός, Αθήναι 1998, τ. Α σσ. 382, τ. Β σσ. 412+6 χ.α. + Ι-ΧΧΧ. (Ο συγγραφέας είναι εκπαιδευτικός και παρουσιάζεται ως απολογητής του ΔΣΕ. Στηρίζεται σε αφηγήσεις, δημοσιεύματα εφημερίδων και επιλεκτική βιβλιογραφία).

Βιβλία εξέδωσαν και τρεις στρατιωτικοί διοικητές της Πελοποννήσου:

- Χρήστου Θ. Μαντά, Πώς εφθάσαμε εις τας μάχας του Γράμμου και Βίτσι το 1948 και 1949. Μάιος 1950 (σσ. 75-130).

- Θ. Πεντζόπουλου, 1941-1950. Τραγική Πορεία. Αθήναι 1953 (σσ. 193232).

- Αλεξ. Π. Τσιγγούνη, Ο Συμμοριτοπόλεμος στην Πελοπόννησο, Αθήναι 1961, σσ. 275.

Από αρμόδια στρατιωτική υπηρεσία εκδόθηκε βιβλίο μεγάλου ενδιαφέροντος, το οποίο στηρίζεται σε κατάθεση που έδωσε ο στρατιωτικός του Δ.Σ.Ε. Γ. Κονταλώνης:

- Στρατιωτική Διοίκησις Πελοποννήσου. Γραφείον Α2. Κομμουνιστοσυμμοριτισμός Πελοποννήσου 1946-1949. Αρχική Συγκρότησις, Ανάπτυξις, Συμπλοκαί, Οργάνωσις, Κάμψις, Εκκαθαριστικοί Επιχειρήσεις. Φεβρουάριος 1950, σσ. 95. .

Στην αντικομμουνιστική βιβλιογραφία ανήκουν και δύο βιβλία ενός παλιού ελασίτη και μαχητή του Δ.Σ.Ε., ο οποίος στο τέλος του εμφυλίου παραδόθηκε στις στρατιωτικές αρχές και, για να γλυτώσει την εκτέλεση, δέχθηκε να γράψει κατά των συμπολεμιστών του:

- Γιάννη Καραμούζη, Να! γιατί σας πολεμώ. Ο Κομμουνισμός είναι Εχθρός του Ανθρώπου, Αθήναι, Νοέμβριος 1949, σσ. 112.

- Του ίδιου, Πατριώτες και Προδότες στο Μωρηά. Οι Προσπάθειες του Κ.Κ.Ε. να υποδουλώσει το Μωρηά, με τη Φωτιά και το Τσεκούρι. Τρίπολις, Απρίλιος 1950, σσ. 92.

Ο ιστορικός πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός κατά τη μελέτη των παραπάνω βιβλίων, από τα οποία οπωσδήποτε θ’ αντλήσει πολύτιμες, ίσως και μοναδικές, πληροφορίες.

Αντικομμουνιστικού περιεχομένου είναι και τα εξής βιβλία, που αναφέρονται σε γεγονότα κατά περιοχές:

- Ασημ. Α. Καρδάση, Από τας Φλόγας προς την Δόξαν. (Ηρωισμοί Στρατού και Χωροφυλακής και η Εποποιία των Ηρωικών Αγώνων της Δημητσάνης και της Γορτυνίας εναντίον του Σλαυοκομμουνισμού 1946-1949),

.· Τρίπολις, Αύγουστος 1960, σσ. 342.

- Α. Σ. Σκανδάμη, Δημητσάνα, ένας Εθνικός Βωμός, Αθήναι 1949, σσ. 79.

- Του ίδιου, Η Έξοδος της Χαλανδρίτσας, Αθήναι 1949, σσ. 38.

- Σπύρου Τριαντάφυλλου, Ε.Α.Ο.Κ., Εθνικό) Αντικομμουνιστικαί Ομάδες Κυνηγών, Οι Αετοί της Μάνης. Ήρωες ενός Μεγαλειώδους Αγώνος, Θύματα μιας Απεχθούς Συκοφαντίας. Αθήναι 1949, σσ. 95.

 - Γεωργ. Σπ. Φαρμάκη, Ο Κομμουνισμός εις την Ηλείαν, Πύργος 1949, σσ. 84.

- Εθνική Ένωσις Βασιλοφρόνων Λεύκτρου. 0 αγώνας που συνεχίζεται. Μανιάτικη εποποιία. Κυριακόγκωνας, Γερακάρης, Παυλάκος, Μπογέας, Γούδης, Βουνισέας... Πρόμαχοι του αγώνος. Όλα για την Ελλάδα. «Πάνος Κατσαρέας». Καλάμαι 1948, σσ. 48.

Από τη μεριά των απολογητών του Δ.Σ.Ε. έχουν εκδοθεί τα εξής βιβλία:

- Δημ. Ανδρουκάκη, Σταύρωση Ηρώων, Αθήνα 1991, σσ. 588.

- Αντ. Δεληγιάννη, Το Κολαστήρι της Τριπολιτσάς, Αθήνα 1989, σσ. 128.

- Γρηγ. Κριμπά, Πέρδικας. Β' έκδοση, Αθήνα 1989, σσ. 463.

- Δημ. Παλαιολογόπουλου, Το Λαϊκό Διδασκαλείο Πελοπόννησου. Ένα Φυτώριο Δασκάλων του ΔΣΕ στην Περίοδο του Εμφυλίου, 1948, Αθήνα 1993, σσ. 70.

- Κων. Παπακωνσταντίνου (Μπελά), Η Νεκρή Μεραρχία. (Η III Μεραρχία των Νεκρών του ΔΣ Πελοπόννησου. Οδοιπορικό). Τόμος Α 1986, σσ. 1-624, τ. Β' 1987, σσ. 625-1338.

- Θανάση Σβώλου, Αντάρτης στα Βουνά του Μόριά. Οδοιπορικό (194749), Αθήνα 1990, σσ. 203.

Εκτός από τα παραπάνω βιβλία υπάρχουν και κάποια άλλα έντυπα (φυλλάδια, μπροσούρες, επετειακά κείμενα), από τα οποία λίγα έχουν αποδελτιωθεί, γι’ αυτό επιβάλλεται η έγκαιρη αναζήτηση και διάσωσή τους.

 

III. Η ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Τα κείμενα που προέρχονται από ανθρώπους που βίωσαν τα γεγονότα του εμφυλίου είναι όχι απλώς ευπρόσδεκτα αλλά και απαραίτητα για το έργο του ιστορικού. 

Οι άνθρωποι αυτοί είτε ως συγγραφείς είτε ως αφηγητές, ξεκινώντας από διαφορετικά κίνητρα ο καθένας (ηθικά, ψυχικά, πολιτικά κ.ά.), επιχειρούν ν’ αποβάλουν το βαρύ φορτίο της μνήμης τους, ν’ αποκαταστήσουν υπολήψεις, να ψέξουν επιλήψιμες συμπεριφορές, να δικαιώσουν αγώνες, ν’ αποδείξουν ότι οι ίδιοι τάχθηκαν στο σωστό στρατόπεδο, ν’ αφήσουν παρακαταθήκες στους συγγενείς και συμπατριώτες τους. 

Ευδιάκριτο είναι στα κείμενα της βιωματικής ιστορίας το υποκειμενικό στοιχείο και ενίοτε η τάση υπερβολής. 

Μπορεί να υπάρχουν και χάσματα της μνήμης, οπότε χωρίς δισταγμό παραλαμβάνονται ποικίλες ειδήσεις από τη βιβλιογραφία, κι αυτό δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής του επίμονου και απαιτητικού μελετητή.

 

Α'. ΤΟ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑ. 

Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται τα έργα πρωταγωνιστών ή απλών αγωνιστών, οι οποίοι αισθάνθηκαν την ανάγκη να μας αφήσουν γραπτά κείμενα με τις αναμνήσεις τους. 

Αν εξαιρέσουμε λίγα έργα της σχετικής με τον εμφύλιο βιβλιογραφίας, παρατηρούμε ότι τα περισσότερα έχουν εντονότατο απομνημονευτικό χαρακτήρα. Για τα δημοσιευθέντα έχουμε ήδη κάνει λόγο παραπάνω, όμως γνωρίζουμε ότι υπάρχουν και ανέκδοτα, τα οποία είναι άγνωστο αν και πότε θα δοθούν στη δημοσιότητα.

Στη συλλογή μας υπάρχει ανέκδοτο δακτυλογραφημένο έργο (σσ. 397) του απόστρατου υποστράτηγου της χωροφυλακής Γεωργίου Ζάρα, ο οποίος συγκρότησε και διοίκησε παραστρατιωτικά αποσπάσματα στην Πελοπόννησο κατά τον εμφύλιο. 

Οι επιτυχείς αμυντικές και επιθετικές επιχειρήσεις του κατά μονάδων του ΔΣΕ τον κατέστησαν επίφοβο αντίπαλο των ανταρτών. 

Εφάρμοζε την τακτική του ανταρτοπολέμου και σ’ αυτόν οφείλεται η απώθηση των δυνάμεων του ΔΣΕ, όταν επιτέθηκαν κατά της Ζαχάρως Ηλείας. Τα απομνημονεύματά του είναι αξιολογότατα, αφού περιλαμβάνουν πλήθος ειδήσεων για πρόσωπα και συμβάντα καθώς και έγγραφα των εμπολέμων δυνάμεων. Δεν λείπει βέβαια και η ανεκδοτολογία, από την οποία όμως μπορούν να εξαχθούν και χρήσιμα συμπεράσματα.

 

Β'. Η ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ. 

Ο θεωρητικός προβληματισμός γύρω από την αξία και τη σκοπιμότητα της προφορικής μαρτυρίας ως ιστορικής πηγής άρχισε τα τελευταία χρόνια. 

Βέβαια οι ιστορικοί ανέκαθεν στηρίζονταν σ’ αυτήν, είτε σιωπηρά είτε ομολογημένα, κυρίως για να καλύψουν τα κενά που άφηνε η απουσία γραπτών πηγών, όμως δεν αξιολογούσαν με κριτική ευρύτητα και μεθοδολογική επιμονή το ειδικό της βάρος. 

Στη χώρα μας συστηματική καταγραφή άρχισε να γίνεται από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών (1930 κ.ε.), ενώ τώρα παρατηρούνται και θεωρητικές προσεγγίσεις, (βλ. το βιβλίο Μαρτυρίες σε Ηχητικές και Κινούμενες Αποτυπώσεις της Ιστορίας, όπου δημοσιεύονται τα πρακτικά Ημερίδας (30.5.1997) που οργάνωσε το Πανεπιστήμιο Αθηνών σε συνεργασία με το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής (σσ. 245), εκδ. Κατάρτι, [Αθήνα] 1998. 

Βλ. επίσης Σπύρου Ασδραχά, Ιστορικά Απεικάσματα, Θεμέλιο, Αθήνα 1995, σσ. 193-196, όπου κείμενο με τίτλο Η Προφορική Πληροφορία). Στο εξωτερικό έχουν εκδοθεί και ειδικά εγχειρίδια, ενώ σε ετήσια βάση εκδίδονται περισσότερα από δέκα περιοδικά (όπως λ.χ. Βios) στη Γερμανία από το 1998, Οral Ηistοrγ στην Αγγλία από το 1969, Οral History Review στις ΗΠΑ από το 1973 κ.ά.

Το επιστημονικό αλλά και γενικότερο ενδιαφέρον για την προφορική ιστορία δεν είναι τυχαίο. 

Με την καταγραφή και αξιοποίηση των προφορικών μαρτυριών ο ερευνητής μεταθέτει το κέντρο βάρους της έρευνάς του από την κύρια ιστορική σκηνή (των προσώπων) στο χώρό δράσης των κοινωνικών ομάδων, οι οποίες παραμένουν σιωπηλές πλειοψηφίες, αν και αποτελούν τους βασικότερους παράγοντες της ιστορικής εξέλιξης. 

Ανιχνεύει νοοτροπίες, αντιλήψεις και συμπεριφορές και κατανοεί τον τρόπο διάχυσης ιδεών και μηνυμάτων σε στρώματα του λαού, τα οποία αγνοούσε η «επίσημη» ιστοριογραφία. Έτσι μπορούμε να μιλάμε για «εκδημοκρατισμό» ή και για «εξανθρωπισμό» της ιστορίας.

Είναι αυτονόητο ότι για τη διάσωση της μνήμης του ιστορικού μας παρελθόντος επιβάλλεται η καταγραφή της να γίνει όσο οι φορείς της μνήμης αυτής ζουν ακόμη. 

Ειδικά για τη γενιά της κατοχής και του εμφυλίου, οι καιροί ου μενετοί. 

Ο χρόνος που απομένει είναι λίγος και πρέπει ν’ αξιοποιηθεί κατά τον πιο εποικοδομητικό τρόπο. 

Στο σημείο αυτό επιβάλλεται να τονιστεί η δυνατότητα, το χρέος αλλά και η ευθύνη των πανεπιστημιακών σχολών (Φιλοσοφικών, Παιδαγωγικών, Παντείου κ.ά.), οι οποίες όχι μόνο οφείλουν να εισαγάγουν στα προγράμματά τους τη θεωρητική διδασκαλία της προφορικής ιστορίας, αλλά και να δημιουργήσουν φυτώρια προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών, οι οποίοι θα εργασθούν για τη συναγωγή των μαρτυριών που κινδυνεύουν να χαθούν ή να διασωθούν λειψές και αλλοιωμένες.

Αντιλαμβανόμαστε την αναγκαιότητα και τον επείγοντα χαρακτήρα της διάσωσης ιστορικού υλικού που αφορά την κατοχή και τον εμφύλιο, περισσότερο όμως αναγνωρίζουμε ότι η προφορική παράδοση είναι, κατά τον Σπ. Ασδραχά, «δείκτης που μετρά τη βίωση της ιστορίας, την επιλεκτική λειτουργία της μνήμης, την οικονομία της». 

Γι’ αυτό, παράλληλα με την προσπάθεια διάσωσης φωτογραφιών, εγγράφων και εντύπων (μονοφύλλων, εφημερίδων, φυλλαδίων και βιβλίων) που αφορούν την ιστορία της Πελοποννήσου κατά την περίοδο 1941-1949, έχουμε αρχίσει να καταρτίζουμε ηχητικό αρχείο με αφηγήσεις και συνεντεύξεις προσώπων που έπαιξαν κάποιο -σημαντικό ή μη- ρόλο στα πράγματα της εποχής εκείνης ή γνώρισαν, άμεσα ή έμμεσα, πρόσωπα και γεγονότα. 

Έτσι σε πρώτη φάση επικεντρώσαμε το ενδιαφέρον μας στο λακωνικό χώρο και πήραμε μακρές συνεντεύξεις από τους εξής: το μόνο επιζήσαντα στρατιωτικό ηγέτη του Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου Γεώργιο Κονταλώνη, το μαχητή του Δημοκρατικού Στρατού Ντίνο Κερχουλά, το βουλευτή του συντηρητικού χώρου Νικήτα Βαρβιτσιώτη και τον Νικ. Ρουμελιώτη, γιο του μαχητή του εθνικιστικού χώρου Αδαμ. Ρουμελιώτη. 

Τις συνεντεύξεις αυτές θα παρουσιάσουμε αυτούσιες, μαζί με άλλες πολλές, στο υπό έκδοση βιβλίο μας "Λακωνία 1941-1949. Τεκμήρια Ιστορίας".

Ο ερευνητής πρέπει να γνωρίζει ότι θα συναντήσει δυσκολίες στην προσπάθειά του να λάβει συνεντεύξεις από τους ποικίλους πληροφορητές. 

Συνήθως παρατηρείται απίσχνανση της μνήμης ή συντρέχουν λόγοι οικογενειακοί, πολιτικοί, τοπικής φιλοτιμίας, ίσως και φόβοι δικαιολογημένοι ή μη. 

Τα πρόσωπα αυτά μπορεί κανείς να πλησιάσει και ν’ αποκτήσει την εμπιστοσύνη τους μέσω μελών της οικογένειάς τους, συμπολεμιστών τους ή πολιτικών τους φίλων. 

Οι ερωτήσεις πρέπει να έχουν εν πολλοίς ετοιμαστεί από πριν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ροή της συνέντευξης δεν απαιτεί την υποβολή και άλλων. 

Δεν πρέπει ν’ αποφεύγονται οι «σκληρές» ερωτήσεις, γιατί σε περίπτωση υπεκφυγής ή άρνησης απάντησης μπορούμε να υποθέσουμε πολλά. 

Και οι «σιωπές» στην ιστορία είναι πολύ εύγλωττες. Εννοείται ότι ο ερευνητής πρέπει να έχει μελετήσει αρκετά την ιστορία της περιόδου, στην οποία γίνεται αναφορά, και να δείχνει περισσή επιμέλεια στην επεξεργασία της απομαγνητοφωνημένης συνέντευξης και στη δημοσίευσή της.

Τελειώνοντας πρέπει να κάνουμε μνεία και κάποιων λογοτεχνικών έργων, τα οποία περιέχουν άφθονο -ή αποκλειστικά βιωματικό- υλικό: - Δ. Πέτρουλα, Πού 'ναι η μάνα σου, μωρή;, - Ρένου (Αποστολίδη), Πυραμίδα 67, - Θ. Βαλτινού, Η Κάθοδος των Εννιά, - Νότη Περγιάλη, Η Καπετάνισσα. 

Το υλικό των παραπάνω μυθιστορημάτων πρέπει ν’ αναλυθεί, ώστε να εντοπιστεί το άμεσα βιωματικό και να ξεχωριστεί, αν και όσο γίνεται, από το μυθοπλαστικό ή το προερχόμενο από επιδράσεις της βιβλιογραφίας.

*Ο Κωνσταντίνος Χαρ Τζιαμπάσης είναι αρχαιολόγος


Post a Comment

Νεότερη Παλαιότερη